Ηλίας Συμενταρίδης, Φοιτητής Διοίκησης Επιχειρήσεων Α.Τ.Ε.Ι. Θεσσαλονίκης
Οι διεθνείς συμπράξεις και οι ανατρεπτικές δραστηριότητες γύρω από ένα μεταβατικό οικονομικό πλαίσιο, δημιουργούν επιφανείς αμφιβολίες για την απώλεια εθνικής κυριαρχίας, καθώς γίνονται μέρος υπερεθνικών δικαιωμάτων. Η πιθανότητα κλιμάκωσης είναι χαμηλότερη για τις χώρες που έχουν «εμπορικά ανοίγματα», μειώνοντας τη διμερή εξάρτηση από οποιαδήποτε χώρα, καθώς έτσι ελαχιστοποιείται το κόστος μιας επικείμενης σύγκρουσης.
Η δημιουργία κλιμάκωσης της Τουρκίας προκλήθηκε με χαρακτηριστικό την εμπλοκή της κρατικής Halk Bank, δημιουργώντας περαιτέρω αμφισβητήσεις στις σχέσεις με τα δυτικά πρότυπα. Το επιχείρημα της Τουρκίας να αποτραβηχτεί με την πώληση συναλλαγματικού αποθέματος σε δολάρια μέσω των τραπεζών, επιδεικνύει στην πραγματικότητα τις σχέσεις Ουάσιγκτον και Άγκυρας, που αποτελούν έναν εκτεταμένο ελιγμό με επώδυνες οικονομικές συνέπειες για την τουρκική οικονομία. Η έκταση αυτού του αποτελέσματος εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων η ύπαρξη συνεχούς μείωσης ως προς τη πραγματική αξία του νομίσματος, όπως καθορίζεται από τις οικονομικές συνθήκες και τις εξελίξεις στη χώρα.
Οι διαφορές στον ρυθμό και στην έκταση των μεταρρυθμίσεων της αγοράς σχετίζονται κυρίως με την αφετηρία κάθε μεταρρύθμισης και τα προβλήματα που συνδέονται με το εσωτερικό περιβάλλον της αγοράς. Ο σχεδιασμός μιας ενεργειακής αγοράς μεταξύ των κρατών Κύπρου, Ελλάδος και Ισραήλ, συνιστά διασφάλιση ποιοτικών επενδύσεων στις χώρες όπου διέρχονται εμπορικά πλοιάρια. Η θέση συνδέεται με το θέμα της αποτελεσματικότητας της παρουσίας των κρατών, ιδιαίτερα όσον αφορά τις μακροοικονομικές τάσεις με τη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση να προσχωρεί στην έκδοση 7-ετούς ομολόγου, με τους επενδυτές να έχουν αυξήσει την παρουσία τους στις αγορές ελληνικών κρατικών τίτλων.
Ο διαμελισμός της τουρκικής οικονομίας περιορίζει την ανέγερση της σε «οικονομικό μοχλό» επενδύσεων. Ο εκτοπισμός πυρών στα δυτικά μέτωπα αντικρούει στα εμπορικά συμφέροντα, που κατά κύριο λόγο συνιστά μια συμβατική προσέγγιση σύναψης μιας σειράς εμπορικών συμφωνιών με τα κράτη-μέλη. Η επιμονή των κρατών-μελών στις απειλές που εξαπολύει η γειτονική χώρα, συνδέεται με τις διμερής εμπορικές σχέσεις. Εν’ ολίγοις, η αδιάλλακτη συμπεριφορά και η αποπομπή του κεντρικού τραπεζίτη δημιουργεί περαιτέρω αναταράξεις στην επικρατούσα στρατηγική της γείτονος χώρας.
Η ανομοιογένεια, μεταξύ του ελέγχου και των δικαιωμάτων κυριότητας, δημιουργεί εκτεταμένους κινδύνους και επικρατεί σε πολλές κυβερνήσεις η πρόταση συμφωνίας με τον ιδιωτικό τομέα για να παρέχουν το κεφάλαιο, τους πόρους και την τεχνογνωσία που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη και τη λειτουργία της υποδομής. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα θα προκαλέσει αποφασιστική αντιμετώπιση από μια διεθνή συνδιάσκεψη για τις επενδύσεις, η οποία θα υπερισχύει της σύμβασης που διαφορετικά θα εφαρμόζονταν στο σχέδιο, καθώς παρέπεται η δέσμευση για την εξωτερική πολιτική, που επ’ ουδενί λόγω αποτελούσε ισχυρό σημείο που μπορεί να αποδοθεί στην κουλτούρα, την ασφάλεια ή ακόμα και την πρόσφατη ιστορία.