Η δημιουργία μιας κοινότητας Δικαίου Εμπορίου είναι η απάντηση των μικρών παραγωγών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις συνθήκες ελεύθερου εμπορίου όπως η TTIP και η ΤPP που ωφελούν μόνο τις μεγάλες πολυεθνικές. Είναι επίσης μια προσπάθεια για γεφύρωση του χάσματος μεταξύ ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου.  Στην Ελλάδα όπου το 96,6% των επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες και υπάρχει πλήθος αγροτικών  παραγωγών που δραστηριοποιούνται στον βαθμό επιβίωσης, η έννοια του εγχωρίου Fair-Trade μοιάζει ιδανική για να επιτευχθεί μια ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο και διασφάλισης εξωστρέφειας της οικονομίας.

 

Τι σημαίνει Δίκαιο Εμπόριο?

To Fair-Trade είναι το εμπόριο που πραγματοποιείται υπό την εφαρμογή κάποιων κριτηρίων που διασφαλίζουν τις αξίες της βιωσιμότητας, αλληλεγγύης και δικαιοσύνης από την παραγωγή μέχρι και την διανομή στον καταναλωτή. Τα κριτήρια αυτά ορίζονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Δικαίου Εμπορίου όπως και η επιτήρηση των επιχειρήσεων που υλοποιούν αυτό το κίνημα. Το κλειδί στο όλο εγχείρημα είναι ο ορισμός σχέσεων με όρους , οι οποίοι έχουν συμφωνηθεί μέσα από διάλογο και συμμετοχή των παραγωγών και ορίζουν την τιμή , εγγυούνται την ισότητα των δυο φύλων, την προστασία του περιβάλλοντος και την δημοκρατία π.χ. σε έναν αγροτικό συνεταιρισμό η δημοκρατική δομή επιτρέπει σε όλα τα μέλη να συμμετέχουν στην διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Αρχές του Fair Trade

  • Ευκαιρίες για μη προνομιούχους παραγωγούς
  • Διαφάνεια και φερεγγυότητα
  • Δίκαιες εμπορικές τακτικές
  • Δίκαια πληρωμή
  • Ισότητα δυο φύλων
  • Καλές συνθήκες εργασίας
  • Προώθηση του Δικαίου Εμπορίου
  • Σεβασμός στο περιβάλλον
  • Εξάλειψη παιδικής εργασίας
  • Ανάπτυξη κοινοτήτων ‘’δικαίων’’ εμπόρων

 

Ιστορία του κινήματος

Το Δίκαιο Εμπόριο ξεκίνησε σε μορφή δράσεων από την εκκλησία στις βόρειες χώρες στα τέλη του 1940 με σκοπό την ανακούφιση  φτωχών κοινοτήτων. Το 1968 με την πραγματοποίηση του δεύτερου συνεδρίου των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη δόθηκε έμφαση στην καθιέρωση δίκαιων εμπορικών σχέσεων μεταξύ βορρά και νότου. Η δεκαετία του ’90  καθιέρωσε την έννοια του Fair-Trade και οδήγησε σε μεγάλη αύξηση της κατανάλωσης Fair-Trade προϊόντων.

Ο οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς αποκαλεί τους νόμους Δικαίου Εμπορίου «συρματοπλέγματα- εμπόδια για τις εισαγωγές». Αυτοί οι αντιντάμπινγκ νόμοι επιτρέπουν σε μια εταιρεία που υποψιάζεται έναν ξένο ανταγωνιστή να ζητήσει από την κυβέρνηση να επιβάλει ειδικούς δασμούς, για να προστατευθεί από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Παρολαυτά σε προϊόντα όπως ο καφές, κακάο και μπανάνες  δεν υπάρχει ευρωπαϊκός ανταγωνισμός  οπότε δεν υπάρχει λόγος προστατευτισμού. Αυτό δεν σημαίνει ότι το Δίκαιο Εμπόριο δεν συμμετέχει στην προστασία του εργάτη και στην εξασφάλιση των δικαιωμάτων του.

Ο Ορισμός της «δίκαιας» τιμής

Ο τρόπος που το δίκαιο γίνεται πράξη είναι ο εξής : Με την καταβολή μιας προκαθορισμένης τιμής και εκπλήρωση των συμφωνηθέντων εργατικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων , τα προϊόντα των αγροτικών συνεταιρισμών λαμβάνουν ένα σήμα το οποίο δίνει την δυνατότητα να πουλάει η εταιρεία λιανικής με κάποιο κέρδος, οι αγρότες εξασφαλίζουν αύξηση εισοδήματος αλλά και καλύτερο εργασιακό περιβάλλον και ο καταναλωτής να νιώθει την ικανοποίηση για μια ενάρετη πράξη. Παρόλαυτα  τα προϊόντα fair-trade κατέχουν ένα μικρό μερίδιο αγοράς-λιγότερο του 1% – στις παγκόσμιες πωλήσεις.

Το κλειδί στο όλο εγχείρημα είναι μια τιμή συμφέρουσα για όλους. Οι εγγυημένες τιμές έρχονται μέσω της σταθεροποίησης των τιμών για τα πρωτογενή προϊόντα, οι οποίες είναι ευμετάβλητες, οι οποίες επηρεάζονται σε πρώτο βαθμό από την σταθεροποίηση του εισοδήματος. Αυτός ο συλλογισμός οδήγησε τον Κέυνς στο να προτείνει την δημιουργία προστατευτικών αποθεμάτων για τα βασικά εμπορεύματα, τα οποία όταν μειώνονται οι τιμές να απομακρύνουν μέρος της προσφοράς και αντίστοιχα όταν οι τιμές αυξάνονται να ενισχύουν την προσφορά. Γενικότερα οι τιμές των προιόντων παραμένουν πολύ πιο ευμετάβλητες από τις τιμές των μεταποιητικών αγαθών η υπηρεσιών προκαλώντας μεγάλες διακυμάνσεις και στο εισόδημα των παραγωγών. Το ζήτημα της σταθερότητας των τιμών είναι ένα καίριο ζήτημα που πρέπει να διευθετηθεί. Οπότε τίθεται το ζήτημα του κατά πόσο μπορεί το Δίκαιο Εμπόριο μπορεί να εγγυηθεί την σταθεροποίηση του εισοδήματος των παραγωγών, πέραν του βασικού του στόχου.

Αμφισβήτηση του Κινήματος

Ο Μάρκ Σίντγουελ υποστηρίζει ότι το Δίκαιο Εμπόριο κρατά τους μη ανταγωνιστικούς αγρότες καθηλωμένους στις καλλιέργειες εμποδίζοντας την διαφοροποίηση και την αυτοματοποίηση, ενώ επίσης μετατρέπει τις αναπτυσσόμενες χώρες σε χαμηλού κόστους, εντατικής εργασίας αγροτικά γκέτο, στερώντας από τις μελλοντικές γενιές την ευκαιρία για καλύτερη ζωή. Επίσης υπογραμμίζει το γεγονός για   τους περιστασιακούς εργάτες που εξαιρούνται από το πρόγραμμα  δεν υπάρχει κανένα όφελος .Έτσι το Δίκαιο Εμπόριο προστατεύει τον αγρότη από τους ανταγωνιστές του και από τους εργάτες στα χωράφια. Σύμφωνα με τον Σίντγουελ και ο καταναλωτής εξαπατάται. Μόνο 1% του τιμήματος που καταβάλλουμε για μία σοκολάτα φτάνει στον παραγωγό κακάου. Επιπροσθέτως η ποιότητα δεν είναι κάτι που διασφαλίζεται καθώς ο παραγωγός αφού λαμβάνει μια ελάχιστη τιμή για τα προϊόντα Δικαίου Εμπορίου, προτιμά να διαθέσει το καλύτερο μέρος της σοδειάς στην ελεύθερη αγορά όταν τον συμφέρει.

Επίλογος

Συνοψίζοντας, παρά τα σαθρά οικονομικά θεμέλια , το κίνημα δικαίου εμπορίου δεν πρέπει να περιφρονηθεί. Οι κυνικοί λένε ότι το μόνο επίτευγμα είναι να κάνει το καταναλωτή να νιώθει καλύτερα για τις αγορές του. Είναι όμως και ένα κίνημα ενάντια στον άσκοπο καταναλωτισμό, μια αντίσταση κατά της απρόσωπης λογικής και ένα τρόπος έκφρασης του συλλογικού ακτιβισμού. Το δίκαιο εμπόριο είναι η απόδειξη ότι η επιδίωξη κέρδους μπορεί να λάβει κοινωνικό πρόσημο.

 

Πηγές

www.enet.gr

www.fairtrade.gr

www.env-edu.gr

www.indeepanalysis.gr

www.tvxs.gr

www.matelab.eu

Απάντηση