Το 1985 δημιουργήθηκε η εταιρεία Enron με Διευθύνοντα Σύμβουλο τον Ken Lay. Η ίδρυση της ευνοήθηκε από την νομοθετική ρύθμιση που εγκρίθηκε από το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτή σήμανε την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας το 1990. Αντίστοιχη απελευθέρωση είχε συμβεί και στην αγορά φυσικού αερίου λίγα χρόνια νωρίτερα.

Η Enron δημιουργήθηκε αρχικά από την συγχώνευση των εταιρειών InterNorth Inc. και Houston Natural Gas (H.N.G). Oι εταιρείες αυτές δραστηριοποιούνταν στο Omaha της Nebraska και στο Houston και αποτέλεσαν τις παλαιότερες εταιρείες παροχής φυσικού αερίου. Στην αρχή, η εταιρεία είχε το όνομα HNG/InterNorth και αυτό οφείλεται στην εξαγορά της InterNorth από την HNG. Όμως, αυτό άλλαξε 6 μήνες μετά με την εταιρεία να μετονομάζεται σε Enron.

Η Πορεία προς την πτώχευση

Η εταιρεία Enron δραστηριοποιούνταν στην ενεργειακή αγορά με 37.000 μίλια δικτύου φυσικού αερίου. Ωστόσο, αντιμετώπιζε αρκετά προβλήματα από την πρώτη κιόλας χρονιά της συγχώνευσης. Αυτά οδήγησαν την εταιρεία να πουλήσει μεγάλο μέρος των περιουσιακών της στοιχείων. Αυτό αποτέλεσε μέρος μιας νέας στρατηγικής της εταιρείας προκειμένου να διευρύνει τους τομείς εργασίας της και σε άλλες μορφές παραγωγής ενέργειας, όπως, για παράδειγμα, τα ηλεκτρικά και θερμοηλεκτρικά εργοστάσια.

Παρ’ όλα αυτά , η εταιρεία γνώρισε μια εύλογη, άνευ προηγουμένου, ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια: αφενός λόγω της ενασχόλησης της με τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και αφετέρου λόγω της άριστης συνεργασίας με τις αναπτυσσόμενες αγορές. Aκόμη, η εταιρεία χρησιμοποίησε τεχνικές δημιουργικής και επιθετικής λογιστικής. Με τον όρο «δημιουργική λογιστική» εννοούμε την καταστρατήγηση  λογιστικών κανόνων με σκοπό την αλλοίωση οικονομικών καταστάσεων προς συμφέρον της επιχείρησης. Η εταιρεία υιοθέτησε την μέθοδο mark to market (λογιστική της εύλογης αξίας). Με αυτήν υπολογίζονταν τα κέρδη που θα είχαν από τις συμφωνίες που θα έκλειναν. Έτσι οι μετοχές της παρουσίαζαν μια αέναη άνοδο!

Αναντίρρητα, αυτό που ενίσχυσε την δύναμη της εταιρίας ήταν η ιδέα του μέλλοντα Chief Operating Officer (COO), Jeff Skilling. Η ιδέα ήταν να δημιουργήσει την  Gas Bank, ένα είδος χρηματιστηρίου στο οποίο το αντικείμενο διαπραγμάτευσης θα ήταν το φυσικό αέριο. Η ιδέα σαφώς και υλοποιήθηκε το 1989 με τεράστια επιτυχία. Και είχε ως αποτέλεσμα, από το 1990 μέχρι το 1998, η μετοχή της Enron να αυξηθεί κατά 311%!

Μετά από την επιτυχία της Gas Bank, η πορεία της εταιρείας ήταν ανοδική με προαγωγές στις διάφορες θυγατρικές της. Επίσης, το 1997 ο COO Jeff Skilling προήχθη σε Γενικό Διευθυντή Επιχειρήσεων, υπόλογος μόνο στον Ken Lay. Σκοπός του ήταν η μετατροπή της σε εταιρία χωρίς πάγια περιουσιακά στοιχεία. Ήταν πεπεισμένος ότι έτσι θα αυξανόταν η χρηματιστηριακή αξία της. Ειδικότερα, προσπάθησε να την μετατρέψει σε εταιρεία παροχής υπηρεσιών, κυρίως φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού. Αυτό αποσκοπούσε στο να γίνει η εταιρεία πιο ευέλικτη. Η δυνατότητα ελιγμών της, τής επέτρεψε να μιμηθεί τις επιδόσεις των τότε κορυφαίων εταιρειών πληροφορικής στο χρηματιστήριο.

«EnronOnline»

Το 1999, η Enron ξεκίνησε την λειτουργία μιας διαδικτυακής υπηρεσίας συναλλαγών, της «EnronOnline». Αυτή χρησιμοποιούνταν από σχεδόν όλες τις ενεργειακές επιχειρήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Απόρροια αυτού κατέστη η άνοδος της μετοχής της, την ίδια μόλις χρονιά, στο 50% και το 2000 στο 90%!

Η αρχή του τέλους

Το τέλος άρχισε να πλησιάζει όταν ο Andy Fastow , o τότε Οικονομικός Διευθυντής της Enron δημιούργησε υπεράκτιες (offshore) εταιρείες. Οι ονομασίες των εταιρειών αυτών ήταν Bob West Treasure, Jedi, Hawaii και LJM και τις οποίες μάλιστα διήυθυνε ο ίδιος. Σκοπός των εταιρειών αυτών ήταν να μεταφέρονται εκεί οι ζημιές και να δικαιολογούνται τα κέρδη της Enron. Δηλαδή, τι ακριβώς έκανε; Έδινε σε μια από τις «ανεξάρτητες» εταιρείες το 97% του κεφαλαίου της Enron υπό την μορφή δανείου. Στη συνέχεια, έδινε το υπόλοιπο 3% κάποιος τρίτος, όπου συνήθως επρόκειτο για τον ίδιο τον Fastow. Κατόπιν, η offshore εταιρεία αγόραζε από την Enron κάποιο από τα περιουσιακά της στοιχεία, υπερτιμημένο. Με αυτόν τον τρόπο ανακύκλωνε χρήματα μεταξύ  offshore εταιρειών, αν και στην ουσία αγόραζε από τον εαυτό της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Enron να παρουσιάζεται πολύ πιο κερδοφόρα από ότι ήταν στην πραγματικότητα.

Με την καινοτόμα του ιδέα, λοιπόν, ο Fastow πραγματοποιούσε πολύ εύκολα τις συναλλαγές του μέσω των «μοχλών» που είχε δημιουργήσει. Ειδικότερα, τόσο ο Διευθυντής του λογιστηρίου, Rick Causey, όσο και η ελεγκτική εταιρεία, Arthur Andersen,  διευκόλυναν τις ενέργειές του. Εξάλλου, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν το συμφέρον της εταιρείας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, στο εσωτερικό της εταιρείας ελάχιστοι αντιδρούσαν στις πρωτοφανείς ιδέες του Fastow. Ακόμα κι αν κάποιοι ήταν αντίθετοι, είτε περιθωριοποιούνταν από την εταιρεία, είτε βρίσκονταν εκτός αυτής απευθείας. Συμπληρωματικά, υπήρχαν ορισμένες παράνομες συναλλαγές, οι οποίες προκαλούσαν διπλασιασμό  των ετήσιων καθαρών κερδών της Enron. Τελικά, μετά από πολλές συζητήσεις και διαπραγματεύσεις, αποφασίστηκε να καταγράφονται (όχι πάντα) στα «ψιλά γράμματα» του ισολογισμού.

Η Πτώση του ενεργειακού κολοσσού

Το 2000 δημοσιεύτηκε ένα κείμενο στο ένθετο της Wall Street Journal που αφορούσε την Enron και άλλες εταιρείες εκμετάλλευσης ενέργειας. Πιο αναλυτικά, ανέφερε με έμμεσο τρόπο την ενοχή τους για την χρησιμοποίηση μιας συγκεκριμένης λογιστικής αρχής για την ευλογοφάνεια των κερδών τους. Το άρθρο αυτό μαγνήτισε τον Jim Chanos, πρόεδρο των Kynikos Associates, μιας επενδυτικής εταιρείας που αποκάλυπτε τα αφανή προβλήματα εταιρειών. Έτσι λοιπόν, αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του.

Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς ξεκίνησε διεξοδική έρευνα όσον αφορά την πραγματική κατάσταση της Enron. Αυτό πυροδότησε μία δραματική οικονομικά περίοδο, καθώς άρχισαν να κλονίζονται η ακεραιότητα και η αξιοπιστία της εταιρείας. Αργότερα, αναλυτές και δημοσιογράφοι ανακάλυψαν ευρήματα εγκληματικής εταιρικής δράσης, τα οποία και δεν δίστασαν να γνωστοποιήσουν. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μετά από αυτό  η πτώση της εταιρείας ήρθε με ταχύτατους ρυθμούς.

Αξίζει να τονιστεί ότι έγιναν πολλές προσπάθειες διάσωσης της Enron μέσω της εξαγοράς της από άλλες εταιρείες. Όμως, οι προσπάθειες αυτές αποδείχθηκαν ατελέσφορες λόγω του οικονομικού τέλματος στο οποίο είχε βρεθεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Enron να κηρύξει πτώχευση στις 2 Δεκεμβρίου του 2001, οδηγώντας 29.000 υπαλλήλους στην ανεργία.

Ακολούθως, ο Andy και η Lea Fastow αναγκάστηκαν να αποποιηθούν τα δικαιώματα τους σε περιουσιακά στοιχεία, αποκτήματα παράνομης εταιρικής δράσης. Επίσης, ο Fastow παραδέχθηκε την ένοχή του το 2004 για το αδίκημα της παραπληροφόρησης και παραπλάνησης  των επενδυτών. Οι  πληροφορίες που παρέδωσε για την εμπλοκή   άλλων εταιρικών στελεχών μείωσε την ποινή του από 10 σε 6 χρόνια.

Τέλος, μετά την αποφυλάκιση του το 2011 άρχισε να εκφωνεί ομιλίες σε πανεπιστήμια για εταιρικά σκάνδαλα.

 

 

Πηγές:

economistas.gr, moneyreview.gr, slideplayer.gr, wsj.com, kathimerini.gr, 902.grrepository.library.teiwest.gr, nestor.teipel.gr, dspace.lib.uom.gr

 

Απάντηση