Επίκαιρη όσο ποτέ, η έννοια του ξεπλύματος μαύρου χρήματος ταλανίζει εδώ και ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το παγκόσμιο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι. Με εφαλτήριο το πρόσφατο άρθρο του πολύ καλού φίλου και συναδέλφου Χρήστου Μπέντσου, στο παρών προσεγγίζονται κριτικά διάφοροι τρόποι ξεπλύματος μαύρου χρήματος.

Ας θεμελιώσουμε όμως θεωρητικά αρχικά την έννοια. Με τον όρο βρώμικο χρήμα, ή μαύρο χρήμα και ευρύτερα μαύρα, καθιερώθηκε να χαρακτηρίζεται, περισσότερο δημοσιογραφικά, οποιοδήποτε είδος εσόδου από παράνομη πράξη, ή ακόμη και έσοδο από νόμιμη πράξη το οποίο στη συνέχεια δεν δηλώνεται, κατά παράβαση της υφιστάμενης φορολογικής νομοθεσίας. Και στις δύο περιπτώσεις ανάγεται σε οικονομικό έγκλημα.

Στην μεν πρώτη περίπτωση το προϊόν της παράνομης πράξης δεν δηλώνεται προκειμένου να μην αποκαλυφθεί αυτή και οι δράστες της, στη δε δεύτερη περίπτωση για να μην υποστεί φορολογική επιβάρυνση, που επίσημα χαρακτηρίζεται αδήλωτο έσοδο.

Συνέπεια αυτού του χαρακτηρισμού είναι κατ΄ αντίθεση η διάκριση του χρήματος σε «καθαρό χρήμα» που προέρχεται από νόμιμες δραστηριότητες και το οποίο στη συνέχεια δεν αποκρύπτεται και το «βρώμικο χρήμα», ή «μαύρο χρήμα» που αποκρύπτεται.

Όσον αφορά τη χρησιμοποίηση υπεράκτιων εταιρειών στο ξέπλυμα χρήματος, σύμφωνα με την βιβλιογραφία διακρίνεται σε τρία στάδια:

Σε ότι αφορά την πρώτη φάση, αυτή της «τοποθέτησης», ο ρόλος των εταιρειών offshore είναι περιορισμένος. Έχει καταγραφεί μια τεχνική, όπου κάποιος είναι ιδιοκτήτης μιας εταιρείας «βιτρίνας» με απόλυτα νόμιμο αντικείμενο (εστιατόριο, κατάστημα πώλησης ενδυμάτων κ.λ.π.) και καταθέτει στο λογαριασμό τα νόμιμα κέρδη μαζί με το παράνομο χρήμα.

Στη δεύτερη φάση του «στοιβάγματος», όπου σημασία έχει η μεγάλη κινητικότητα του χρήματος για να χαθεί ο σύνδεσμος του με την πηγή και τις ρίζες του, έχει καταγραφεί το εξής : εκεί που τα κεφάλαια έχουν κατατεθεί σε μικρά ποσά σε τραπεζικούς λογαριασμούς, που μεμονωμένα δεν κινούν ανησυχία λόγω χαμηλού μεγέθους, αλλά συνολικά θα αποτελούσαν αντικείμενο αναφοράς από τις Τράπεζες, βρίσκει τη θέση της η υπεράκτια εταιρεία, οι μετοχές της οποίας αγοράζονται με τα χρήματα αυτά, και η οποία με τη σειρά της αναλώνεται σε επενδύσεις στο έδαφος πουθέλει να εισάγει το ανακυκλωμένο χρήμα. Στη συνέχεια πωλεί και πάλι σε άλλο αγοραστή, αγοράζει εκ νέου και έτσι η οσμή του χρήματος χάνεται.

Στην τελευταία φάση, όπου το βρώμικο χρήμα μεταλλάσσεται σε «καθαρό» και επιχρίεται με τη σκόνη της νομιμότητας, οι υπεράκτιες εταιρείες χρησιμεύουν για να προσδώσουν στο βρώμικο χρήμα την ταυτότητα προϊόντος ή κέρδους από μία καθ΄ όλα νόμιμη συναλλαγή, όπως η πώληση ακινήτου ιδιοκτησίας της offshore.

Σχηματικά, οι πιο πάνω περιγραφόμενες δραστηριότητες υλοποιούνται με τις παρακάτω δραστηριότητες:

Εταιρείες «φαντάσματα»

Οι εταιρείες αυτές επιτελούν τον αποκλειστικό σκοπό της απορρόφησης των κεφαλαίων και του «αποσυσχετισμού» κεφαλαίων και προέλευσης τους. Η ίδρυσή τους εξαντλείται σε οροθέτηση εικονικών ρόλων και στην εγκαθίδρυση ενός τοπικού εντεταλμένου, που λειτουργεί ως διευθυντής και εκπρόσωπος.

Εταιρείες «βιτρίνες»

Ο τύπος των εταιρειών αυτών είναι πιο σύνθετος αφού επιδίδονται και σε νόμιμες ενέργειες προκειμένου να καλύψουν τις παράνομες. Οι δράστες που προσπαθούν να ξεπλύνουν χρήμα, έχουν συνήθως περισσότερες από μία τέτοιες εταιρείες και μεταφέρουν το βρώμικο χρήμα από τη μία στην άλλη.

Συναλλαγές στο Χρηματιστήριο

Στις συναλλαγές στο Χρηματιστήριο, για να νομιμοποιήσουν έσοδα από εγκληματικές ή παράνομες δραστηριότητες, μπορούν να χρησιμοποιηθούν φυσικά πρόσωπα, Off-shore εταιρίες, νομικά πρόσωπα.

Τα χρηματιστηριακά προϊόντα που προσελκύουν αυτούς που επιθυμούν να διοχετεύσουν παράνομους προσόδους, είναι τα εξής :

  1. Αγορά μετοχών εισηγμένων στο Χ.Α.Α.
  2. Αγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων
  3. Τοποθετήσεις σε repos
  4. Αγορά ομολόγων
  5. Συμμετοχή σε δημόσιες εγγραφές εταιρειών που πρόκειται να εισαγάγουν τις μετοχές τους στο Χ.Α.Α.
  6. Αγορά χρηματιστηριακών παράγωγων προϊόντων.

Οι διαδικασίες για τις παραπάνω συναλλαγές πραγματοποιούνται μέσω χρηματιστηριακών εταιρειών, εταιρειών επενδυτικών υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.), καθώς και από εταιρείες λήψης και διαβίβασης εντολών (Ε.Λ.Δ.Ε.). Έχει παρατηρηθεί ότι η έρευνα για ξέπλυμα χρήματος, δυσχεραίνεται όταν ο επενδυτής και πελάτης της χρηματιστηριακής εταιρείας είναι υπεράκτια εταιρεία ή φυσικό πρόσωπο – κάτοικος εξωτερικού και για λογαριασμό του ενεργεί θεσμικός επενδυτής. Στις περιπτώσεις αυτές η χρηματιστηριακή εταιρεία δεν έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει το «προφίλ» του τελικού επενδυτή.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα συμπεριφοράς ύποπτης για «ξέπλυμα χρήματος» είναι το «βραχύβιο» της συναλλαγής, δηλαδή δεν πραγματοποιούνται συναλλαγές σημαντικών ποσών για επένδυση, αλλά απλώς για τη νομιμοποίηση, η οποία συντελείται με την πώληση των μετοχών, ακόμη και αν με την πώληση αυτή προκύπτουν ζημιές, καθόσον αυτό που ενδιαφέρει αυτούς που «ξεπλένουν βρώμικα χρήματα» δεν είναι τα χρηματιστηριακά οφέλη αλλά ο «εξαγνισμός» και η επανένταξη τους στους υγιείς οικονομικούς κύκλους.

Διαχρονικά, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, εμφανίστηκαν διάφοροι τρόποι ξεπλύματος του βρώμικου χρήματος. Οι μέθοδοι διαφέρουν από εποχή σε εποχή και από χώρα σε χώρα. Ως γενική παρατήρηση έχουμε να κάνουμε πως χώρες με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές έλκουν σημαντικά παράνομα κεφάλαια, επειδή το κόστος του ξεπλύματος, η εκάστοτε δηλαδή φορολογική επιβάρυνση, είναι ιδιαίτερα χαμηλή. Δεν είναι τυχαίο ότι η Κύπρος μέχρι το 2002 όπου υφίστατο το καθεστώς των υπεράκτιων εταιρειών με φορολογικό συντελεστή 4,25%, αλλά και σήμερα με έναν από τους χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (10%), έλκει τέτοια κεφάλαια, αν και οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ο έλεγχος πια για την προέλευση των κεφαλαίων αυτών είναι ιδιαίτερα λεπτομερής και ουσιαστικός.

Η Διεθνής Δράση για το ξέπλυμα χρήματος (FATF) , έχει συγκεντρώσει χαρακτηριστικές περιπτώσεις ξεπλύματος χρήματος που έχουν εντοπισθεί διεθνώς. Οι απλές περιπτώσεις έχουν σχέση με την ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων (εμβάσματα). Σύμφωνα με την FATF, οι περιπτώσεις ξεπλύματος με εμβάσματα έχουν αυτή τη μορφή: Μικροκαταθέσεις σε πολλούς τραπεζικούς λογαριασμούς διαφόρων τραπεζών των οποίων οι εισπράξεις γίνονται από ένα άλλο πρόσωπο και όχι από τον φαινομενικά δικαιούχο, με εξουσιοδότηση. Συνήθως οι περιπτώσεις αυτές σχετίζονται με ξέπλυμα χρήματος που έχει προέλθει από σωματεμπορία (Human trafficking).

Άλλη, ιδιαίτερα προσφιλής μέθοδος και στην Ελλάδα, είναι η αγορά λαχείων ή κερδισμένων λαχνών τυχερών παιγνίων. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου φορολογούμενοι προσκόμισαν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για κάλυψη τεκμηρίων, βεβαιώσεις κερδών επίσημων εθνικών τυχερών παιγνίων, όπου τα τυχερά δελτία φαινόταν να έχουν κατατεθεί την ίδια μέρα με διαφορά λίγων λεπτών της ώρας, σε πολλές διαφορετικές πόλεις της χώρας. Η μέθοδος αυτή φθίνει βαθμιαία γιατί γεννά άμεσα υποψίες στα ελεγκτικά όργανα και ερευνάται επισταμένα.

Στην πραγματικότητα, εταιρείες «βιτρίνες» σήμερα ιδρύονται συνήθως σε χώρες φορολογικούς παραδείσους με μηδενική ή ελάχιστη φορολογική επιβάρυνση ή σε χώρες με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές. Οι επιχειρήσεις αυτές χρησιμοποιούνται κυρίως για ανατιμολογήσεις αγαθών σε περιπτώσεις τριγωνικών αγορών ή πωλήσεων. Κλασικό σε αυτή την περίπτωση είναι το παράδειγμα Ελληνικών εμπορικών επιχειρήσεων που εισάγουν εμπορεύματα κυρίως από την Κίνα.

Είναι γνωστό ότι τα περιθώρια κέρδους των εμπορευμάτων αυτής της προέλευσης είναι ιδιαίτερα μεγάλα με συνέπεια η Ελληνική επιχείρηση να εμφανίζει υψηλά καθαρά κέρδη και κατ’ επέκταση μεγάλη φορολογική επιβάρυνση. Αν λοιπόν για παράδειγμα μια επιχείρηση εμπορίας κλιματιστικών μηχανημάτων εισαγάγει τέτοια μηχανήματα από την Κίνα στην Ελλάδα, το κόστος δε της εισαγωγής είναι 200.000€ και η αξία των πωλήσεων 1.000.000€, αυτή, αν θεωρήσουμε ότι υπάγεται σε φορολογικό συντελεστή 25%, θα έχει φορολογική επιβάρυνση 200.000€ (800.000Χ25%). Αν όμως υπάρξει μία εταιρεία ιδίων συμφερόντων στην Κύπρο που ανακοστολογίσει τα εμπορεύματα και τα πουλήσει στην Ελληνική εταιρεία αντί 700.000€, τότε η συνολική φορολογική επιβάρυνση θα είναι για μεν την Κύπρο 50.000€ ((700.000-200.000) Χ 10%), για δε την Ελλάδα 75.000€ ((1.000.000-700.000) Χ 25%) και σε σύνολο 125.000€. Βλέπουμε δηλαδή ότι άμεσα υπάρχει χρηματικό όφελος ύψους 75.000€. Επειδή δε η αγορά είναι τριγωνική θα πρέπει να σημειώσουμε ότι και στην μία και στην άλλη περίπτωση τα εμπορεύματα θα φορτωθούν στην Κίνα και θα παραληφθούν κατευθείαν στην Ελλάδα. Η Κυπριακή εταιρεία θα ασχοληθεί στην ουσία μόνο με την έκδοση των φορολογικών στοιχείων.

Επειδή οι προαναφερόμενοι τρόποι βέβαια είναι πια κλασσικοί, οι «ειδικοί» προτείνουν πλέον εξειδικευμένες μεθόδους. Για λόγους οικονομίας του κειμένου θα αναφερθούμε μόνο επιγραμματικά σε μερικές από αυτές όπως οι επιχειρήσεις πολυτίμων λίθων (συνήθως με την μέθοδο αυτή ασχολούνται άτομα που πίσω από αυτά κρύβονται τρομοκρατικές οργανώσεις ή «επαναστατικοί στρατοί» σε αφρικανικές χώρες), είσπραξη ασφαλιστικών αποζημιώσεων από εικονικές ζημίες σε κλεμμένα πολυτελή οχήματα ή βύθιση πολυτελών σκαφών αναψυχής κ.λ.π. Μία άλλη προσφιλής μέθοδος είναι η ίδρυση ενός φιλανθρωπικού ιδρύματος ή μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης. Η οργάνωση εκτός από τις επίσημες επιχορηγήσεις μπορεί να έχει έσοδα και από χιλιάδες υποτιθέμενα «αρωγά μέλη» με πολύ μικρές καταβολές από το καθένα από αυτά. Το γεγονός αυτό κάνει σχεδόν αδύνατη την εξακρίβωση της ταυτότητας των μελών αυτών, πολλές δε χορηγίες μπορεί να είναι και ανώνυμες. Έτσι ο πραγματικός διαχειριστής των οικονομικών του ιδρύματος μπορεί να πραγματοποιεί ψεύτικες καταθέσεις από εικονικά «αρωγά μέλη» τις οποίες μετά να τις επαναφέρει στο άτομό του ως «έξοδα κίνησης» ή αποζημίωση για άλλες υποτιθέμενες δικές του δαπάνες.

Στην πράξη ένα ελάχιστο ποσό από τα χρήματα που συγκεντρώνει ένα μη κερδοσκοπικό νομικό πρόσωπο πηγαίνει για την «ευόδωση των σκοπών του», ενώ το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αφορά «διοικητικά έξοδα» που τις πιο πολλές φορές εμφανίζονται ως έξοδα παραστάσεων ή έξοδα κινήσεως. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι στα περισσότερα νομικά πρόσωπα αυτού του είδους τα «διοικητικά έξοδα» στις πιο πολλές των περιπτώσεων ανέρχονται στο 75% περίπου των συνολικών εσόδων.

Μία άλλη προσφιλής μέθοδος ξεπλύματος είναι η ίδρυση επενδυτικής εταιρείας η οποία δημιουργεί ένα επενδυτικό κεφάλαιο του οποίου συνήθως οι αποδώσεις είναι συνδεδεμένες με την πορεία διάφορων αγορών. Οι διαχειριστές του κεφαλαίου με την δικαιολογία των προμηθειών ή των penalties σε περίπτωση πρόωρης λήξης των επενδυτικών προγραμμάτων, μπορούν να βάζουν και να βγάζουν χρήματα που στην πραγματικότητα αφορούν αναλήψεις και καταθέσεις μικροποσών μεγάλου αριθμού, έτσι ώστε να είναι ουσιαστικά αδύνατη η παρακολούθηση της διαδρομής των κεφαλαίων.

Τελειώνοντας την αναφορά μας στους «μοντέρνους» τρόπους ξεπλύματος χρήματος θα πρέπει να αναφερθούμε και στο σύστημα «Hawala» το οποίο αναφέρεται αποκλειστικά στο ξέπλυμα και τη μεταφορά χρημάτων σε τρομοκρατικές οργανώσεις και ήταν αυτό που χρησιμοποίησε ο Μπιν Λάντεν για να χρηματοδοτήσει το τρομοκρατικό χτύπημα της Νέας Υόρκης την 11η Σεπτεμβρίου. Στην ουσία είναι μία πολύπλοκη διαδικασία μεταφοράς χρημάτων από τον χρηματοδότη στην τρομοκρατική οργάνωση, μέσω πολλών ενδιάμεσων, φαινομενικά νόμιμων διαδικασιών και εικονικών επιχειρήσεων, με απώτερο σκοπό να μην γνωρίσει ο χρηματοδότης τα άτομα που θα εκτελέσουν το τρομοκρατικό χτύπημα.

Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στις μεθόδους ξεπλύματος βρώμικου χρήματος θα θέλαμε να αναφερθούμε στην περίπτωση της Ρωσικής εταιρείας Yukos όπου μετά την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ύποπτα κεφάλαια που προερχόταν από συμμορίες που εμπλεκόταν σε λαθρεμπόριο ναρκωτικών και όπλων, συμβόλαια δολοφονιών, εκβιασμούς, απάτες κ.λ.π., διοχέτευαν μέσω της Yukos σε θυγατρική εταιρεία της στην Ολλανδία, η οποία πάλι τα τοποθετούσε σε πολυτελείς κατοικίες στην Ισπανική Κόστα ντελ Σολ.

Συνοψίζοντας, οι διωκτικές αρχές, είτε σε εθνικό είτε σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι αναγκασμένες συνεχώς να βελτιώνουν και να εξελίσσουν τις μεθόδους καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος, προκειμένου αυτό το φαινόμενο να εξαλειφθεί. Αναλυτικότερα, απαιτείται η στελέχωση με ανθρώπους οι οποίοι διαθέτουν γνώσεις και ικανότητες σχετικά με το ξέπλυμα χρήματος. Ακόμη, χρειάζεται η απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή και τέλος η αδιάλειπτη συνεργασία σε παγκόσμιο επίπεδο των αρμοδίων αρχών.

Επιπρόσθετα, είναι αρκετές οι περιπτώσεις όπου η ανεξέλεγκτη δράση των εγκληματικών κυκλωμάτων, έχει οδηγήσει στην εδραίωση τους σε ορισμένες χώρες σε τέτοιο βαθμό όπου είναι ικανά τα παράνομα κυκλώματα να έχουν στην ιδιοκτησία τους επιχειρήσεις, με τις οποίες κατορθώνουν να ξεπλένουν τα παράνομα χρήματα τους, αλλά και να έχουν πρόσβαση στην υγιή οικονομία, ως ευυπόληπτοι επιχειρηματίες. Με αυτούς τους τρόπους, τα άτομα του εγκληματικού χώρου, έχουν επιτύχει την αλματώδη επέκταση των δραστηριοτήτων τους, καθιστώντας τις παράνομες δραστηριότητες τους, να φαίνονται νόμιμες. Αυτή είναι και η βασικότερη αιτία, που θεωρείται τόσο επικίνδυνο το ξέπλυμα χρήματος και η ύπαρξη της παράνομης οικονομίας γενικότερα, καθώς επιχειρεί τη σταδιακή υποκατάσταση της υγιούς οικονομίας, από την παράνομη, διαβρώνοντας παράλληλα εκτός από την οικονομία και την κοινωνία.

 

Βιβλιογραφία

Πρινιωτάκη, Ι. Μ., (2008). Διεθνής τρομοκρατία, Ξέπλυμα Χρήματος & OFCs, Εκδόσεις Σταμούλης.

Τραγάκης, Γ., (1996). Οργανωμένο έγκλημα και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, Νομική Βιβλιοθήκη

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9E%CE%AD%CF%80%CE%BB%CF%85%CE%BC%CE%B1_%CE%B2%CF%81%CF%8E%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%85_%CF%87%CF%81%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%82

http://www.forologikanea.gr/news/uperakties-etairies-kai-to-ksepluma-xrimatos/

This Post Has 3 Comments

  1. Αλεξανδρος

    Χαιρεται,
    Πολυ ωραιο αρθρο και ολοκληρωμενο. Θα ηθελα ομως να εκφρασω μια απορεια μου. Οι παρανομες δραστηριοτητες υπαρχουν εδω και αιωνες human traficing, τρομοκρατικες οργανωσεις, ναρκωτικα, ξεπλυμα χρηματος απο Εταιριες πασης φυσεως. Και οπως φαινεται με το γενικοτερο κλιμα της παρανομιας και με τις αυστηροτερες ποινες που ολοενα ψηφιζονται ,τεινουν να τις κανουν πιο οργανωμενες και να αναζητουν καλυτερους τροπους για να διαμοιραζουν τα κερδη τους στα εμπλεκομενα μελη τους. Οποτε υπαρχει μια συνεχομενη κατασταση ανταγωνισμου μεταξυ της διωξης και των παρανομων. Οι οποιοι απο την στιγμη που εχουν εσοδα και χρηματοδοντουνται επαρκως συνεχισουν να μεγαλωνουν και να γινονται πιο ισχυρες .Το ιδιο συμβαινει και με της κυβηρνητικες οργανωσεις οι οποιες βλεποντας τις διαστασεις του προβληματος ,επενδυουν συνεχως για την καλυτερη οργανωση και παραγωγικοτητα τους. Και μπαινουμε στην λουπα. Δεν θα μπορουσαμε να πουμε οτι οι κυρωσεις και η αναπτυξη των οργανωσεων για την ανιχνευση των παρανομων δραστηριοτητων ειναι ανωφελη απο την στιγμη που δεν λυνεται το προβλημα αλλα γινεται χειροτερο?

    1. Θεόδωρος Κεντης

      Σας ευχαριστώ θερμα για το σχόλιο σας.

      Η δυσλειτουργία του συστήματος πρόληψης κι πάταξης τέτοιων παράνομων αλλά και ανήθικων φαινομένων εντοπίζεται στη ρίζα των δομών του ίδιου του συστήματος. Μολονότι υπάρχουν φιλότιμες προσπαθείες το ευρύτερο κλίμα διαφθοράς που υπάρχει σε παγκόσμια κλίμακα σε συνδυασμό με την εφευρητικότητα ορισμένων ανθρώπων που τους τοποθετεί ένα βήμα μπροστά από τους “διώκτες” τους καθιστά τους μηχανισμούς ανίκανους σε πλειάδα περιπτώσεων. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός αλλά διαρκής εγρήγορση διότι αν δεν υπάρχουν και μηχανισμοί το πρόβλημα θα πολλαπλασιάζεται όχι με αριθμητική αλλά με γεωμετρική προόδο.

      1. Αλεξανδρος

        Χαιρεται,
        Συμφωνω μαζι σας οτι το προβλημα ειναι κυριως κοινωνικο και πηγαζει απο απαγορευμενα αγαθα ή υπηρεσιες-δραστηριοτητες. Καθαρα σε οικονομικο πλαισιο μπορουμε να δουμε οτι οσο υπαρχει ζητηση αυτων των προϊόντων θα υπαρχει και η προσφορα τους με τον εναν ή τον αλλον τροπο, και οσο θα υπαρχει ανταγωνισμος με τα μεσα διωξης και δυσκολευει η ολη διαδικασια απο την μερια των παρανομων ,θα ανεβαζουν και την τιμη των προϊοντων-υπηρεσιων-δραστηριοτητων ,αναπληρωνοντας αν χρειαστει το προσωπικο που ενδεχεται να εχει συληφθει και προχωροντας ακαθεκτοι στον βομο του κερδους και της εκμεταλευσης. Θα ηθελα να δωσω απλα εμφαση στην φυση του προβληματος και οτι παρολο που η παρακολουθηση και καταγραφη των μεθοδων ,που χρησιμοποιουνται για την διαφυγη του νομου ,δεν ειναι αρκετη για την επιλυση του προβληματος. Κατα την γνωμη μου την δυσχαιρενει, συνεπως το προβλημα πρεπει να προσεγγιστει κοινωνικα μιας και οπως δειχνουν οι καιροι δεν γινεται μια οικονομικη πολιτικη να λυσει καποιο κοινωνικο προβλημα .

Απάντηση