Κολεονίδης Φίλιππος, φοιτητής οικονομικών επιστημών ΑΠΘ:

Στα χρόνια που ακολούθησαν τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, υπάρχει ένα χρηματοοικονομικό ερώτημα, το οποίο προκαλεί νευρικότητα και ανησυχία σε επενδυτές, αναλυτές αλλά και απλούς καθημερινούς παρατηρητές και αυτό δεν είναι άλλο από το τι μέλλει γενέσθαι με τα ασυνήθιστα χαμηλά επιτόκια.

– Το 2009 και 2010, η απάντηση στο ερώτημα ήταν πως τα επιτόκια θα επιστρέψουν άμεσα στα φυσιολογικά επίπεδα, μόλις αντιμετωπιστεί η κρίση.

– Το 2011 και 2012, η κυρίαρχη πεποίθηση υποδείκνυε τις πολιτικές των Κεντρικών Τραπεζών ως τον κύριο υπαίτιο για τη διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα. Κοινώς, μόλις οι Τράπεζες αποφάσιζαν να τερματίσουν τις πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης (Quantitative Easing – QE), τα επιτόκια θα παρουσίαζαν άμεση ανοδική πορεία και επιστροφή στα φυσιολογικά επίπεδα.

– Το 2013 και 2014, το ρόλο του…αποδιοπομπαίου τράγου έπαιξαν χώρες όπως η Ελλάδα και η Ουκρανία, μιας και οι κρίσεις των δύο αυτών χωρών κρίθηκαν υπόλογοι για την αδύναμη πορεία των επιτοκίων.

– Τέλος, το 2015 η διεθνής κοινότητα αιτιολόγησε το φαινόμενο ως απότοκο του αποπληθωρισμού ελέω της πτωτικής πορείας της αγοράς βασικών προϊόντων και της κινέζικης δημοσιονομικής πολιτικής.

Χρόνο με το χρόνο εξασθενεί η πεποίθηση πως τα επιτόκια θα επιστρέψουν σε αυτό που θεωρούμε “φυσιολογικά” επίπεδα. Ταυτόχρονα αναθεωρείται το όριο, κάτω από το οποίο οι απανταχού αναλυτές θεωρούσαν πως είναι αδύνατο να υποχωρήσουν τα επιτόκια. Το 2015 γίναμε μάρτυρες αρνητικών βραχυπρόθεσμων επιτοκίων σε δύο νομίσματα (σουηδική κορόνα και κορόνα Δανίας), ενώ φέτος το ιαπωνικό γιεν ακολουθεί παρόμοια πορεία, με το ευρώ να είναι ενδεχομένως το επόμενο νόμισμα που θα “σπάσει” το φράγμα του μηδενικού επιτοκίου.

Για να καταφέρουμε να βγάλουμε νόημα από αυτό το σπάνιο και περίεργο φαινόμενο, οφείλουμε να ξεκινήσουμε από κάποια βασικά δεδομένα:

  • Τα αρνητικά επιτόκια που πρωταγωνιστούν στα πρωτοσέλιδα ειδησεογραφικών πρακτορείων και blogs, αφορούν ως επί το πλείστον επιτόκια, τα οποία χρεώνει η Κεντρική Τράπεζα του εκάστοτε κράτους στις overnight συναλλαγές της με τις δανειζόμενες καταναλωτικές τράπεζες. Ενδεικτικά, αναφέρονται τα επιτόκια 26 οικονομιών:

k1

Σημείωση: στον πίνακα αναγράφονται τα επιτόκια των Κεντρικών Τραπεζών, τα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα επιτόκια πιθανώς να διαφέρουν. Για να γίνει η διαφορά εύκολα κατανοητή, ας αναλογιστούμε το ιαπωνικό γιεν και το ευρώ, δύο συναλλάγματα, των οποίων οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν πιέσει τα επιτόκια σε μηδενικά ή/και αρνητικά επίπεδα. Και στα δύο νομίσματα, το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο είναι πράγματι αρνητικό, ωστόσο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα (>10 έτη), μόνο το γιεν παρουσιάζει αρνητικό επιτόκιο.

k2

  • Δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που εμφανίζεται αυτό το φαινόμενο. Σε παλαιότερες περιόδους κρίσεων είχε παρατηρηθεί αρνητικό επίπεδο στα βραχυπρόθεσμα επιτόκια, ωστόσο αυτή είναι η πρώτη φορά που κάνουν την εμφάνισή τους μακροπρόθεσμα αρνητικά επιτόκια και μάλιστα σε δύο νομίσματα, το ελβετικό φράνκο και το ιαπωνικό γιεν. Νομίσματα όπως το ευρώ, η κορόνα Δανίας, η σουηδική κορόνα, ακόμη και η τσέχικη κορούνα πιθανολογούνται πως θα ακολουθήσουν παρόμοια πορεία. Στο ακόλουθο διάγραμμα παρουσιάζονται τα επιτόκια κρατικών ομολόγων σε διάφορα συναλλάγματα, με τα default spreads κρατών με υψηλό κίνδυνο αδυναμίας πληρωμής / πτώχευσης να μην υπολογίζονται.

k3

Παρατηρούμε πως τα 10ετή κρατικά ομόλογα της Ελβετίας χαρακτηρίζονται από επιτόκιο -0.27%, ενώ τα αντίστοιχα ιαπωνικά βρίσκονται στο -0.02%.

 

ΕΠΙΤΟΚΙΑ 101

Η κατανόηση των αρνητικών επιτοκίων προϋποθέτει την κατανόηση των παραγόντων που επηρεάζουν και καθορίζουν την πορεία και το ύψος των επιτοκίων.

Όταν δανείζω χρήματα σε κάποιον (ή αντίστοιχα, αγοράζω ομολογίες από κάποιον οργανισμό), υπάρχουν 3 συστατικά στοιχεία, τα οποία καθορίζουν το επίπεδο του επιτοκίου που θα απαιτήσω σε αυτό το ομόλογο. Πρώτο στοιχείο είναι ο βαθμός προτίμησης μου για τωρινή κατανάλωση έναντι μελλοντικής κατανάλωσης , με τα επιτόκια να αυξάνονται όσο αυξάνεται η αξία που έχει για εμένα η τωρινή κατανάλωση των πόρων μου. Δεύτερο στοιχείο είναι ο αναμενόμενος πληθωρισμός του νομίσματος που δανείζω, με υψηλότερο πληθωρισμό να οδηγεί σε υψηλότερα επιτόκια. Τρίτο και τελευταίο στοιχείο είναι ο βαθμός του premium (πριμ) που απαιτώ από τον δανειστή για την αβεβαιότητα που νιώθω για πλήρη είσπραξη του δανειζόμενου ποσού. Όταν η δανειζόμενη μονάδα είναι default-free, τότε λειτουργούν μόνο τα πρώτα δύο στοιχεία για τον προσδιορισμό του ονομαστικού επιτοκίου: το πραγματικό επιτόκιο που αντικατοπτρίζει την τωρινή κατανάλωση έναντι της μελλοντικής και ο αναμενόμενος βαθμός πληθωρισμού.

Ονομαστικό Επιτόκιο = Πραγματικό Επιτόκιο + Αναμενόμενος Πληθωρισμός

Κοινώς, έχουμε να κάνουμε με την εξίσωση του Fisher. Υπάρχει και μια εναλλακτική θεώρηση υπολογισμού των επιτοκίων, όπου τα επιτόκια σε μακροπρόθεσμα ομόλογα καθορίζονται από τη ζήτηση και προσφορά των ομολόγων, με τα επιτόκια να αυξάνονται ή μειώνονται ανάλογα με τις μεταβολές στις δύο αυτές καμπύλες. Γραφικά, οι δύο αυτοί…κόσμοι απεικονίζονται ως εξής:

k4

 

Μια υπόθεση που συνδυάζει και…συμφιλιώνει τις δύο αυτές θεωρήσεις, είναι πως στο βαθμό που η ζήτηση για ομόλογα πυροδοτείται από την ανάγκη να εισπράξουμε τόκο που καλύπτει τον αναμενόμενο πληθωρισμό και δημιουργεί πραγματικό επιτόκιο, το φυσικό επιτόκιο θα συγκλίνει με το αγοραίο.

Στο βραχυχρόνιο ορίζοντα ωστόσο, όπως και σε κάθε χρηματοοικονομικό αγαθό, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα το αγοραίο επιτόκιο να είναι υψηλότερο ή χαμηλότερο από το φυσικό. Τι προκαλεί αυτή την απόκλιση; Πιθανώς λογική ασυνέπεια εκ μέρους του επενδυτή, όπου ο αγοραστής του ομολόγου δεν λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να καλύψει τον πληθωρισμό και να εισπράξει πραγματικό επιτόκιο. Ίσως ακόμη κάποιο προσωρινό σοκ στην προσφορά ή ζήτηση των ομολόγων που θα οδηγήσει το αγοραίο επιτόκιο να παρεκκλίνει. Έτσι εξηγείται και η φυγή των επενδυτών σε περιόδους κρίσεων, η οποία οδηγεί σε χαμηλότερα επιτόκια. Τρίτο και σημαντικότερο αίτιο είναι το παρακάτω:

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ

Μέχρι στιγμής η θεωρητική θεμελίωση που κάνουμε, αγνοούσε το ρόλο της Κέντρικης Τράπεζας, γεγονός που ίσως σας ξαφνιάζει, καθώς είμαστε συνηθισμένοι να σκεφτόμαστε πως η Κ.Τ. ρυθμίζει τα επιτόκια. Μια Κεντρική Τράπεζα μπορεί να επηρεάσει τα επιτόκια με 2 τρόπους:

  • Ο πρώτος και πιο σύνηθης τρόπος, είναι η Κεντρική Τράπεζα μέσω των επιτοκίων που ελέγχει να επηρεάσει τα μακροπρόθεσμα επιτόκια με την άποψή της για τον πληθωρισμό και την πραγματική μελλοντική ανάπτυξη. Στις ΗΠΑ επί παραδείγματι, η Fed “ρίχνοντας” τα Fed fund επιτόκια (= επιτόκιο Κεντρικής Τραπέζης, με το οποίο δανείζονται οι υπόλοιπες τράπεζες από το Fed Window), περνά το μήνυμα πως η οικονομία είναι αδύναμη και αναμένεται χλιαρός ή ανύπαρκτος πληθωρισμός. Με τη σειρά του, αυτό το μήνυμα θα πιέσει τον αναμενόμενο πληθωρισμό και τα πραγματικά επιτόκια κάτω. Για να έχει αντίκτυπο μια τέτοια κίνηση η Κεντρική Τράπεζα οφείλει να είναι αξιόπιστη και οι οικονομικές μονάδες να αναγνωρίζουν τις κινήσεις της ως κοινωφελείς και ανιδιοτελείς.
  • Μια εναλλακτική πρακτική, είναι η άμεση είσοδος της Κεντρικής Τράπεζας στην αγορά ομολόγων με την αγορά ή πώληση κρατικών ομολόγων, επηρεάζοντας έτσι τη ζήτηση και εν συνεχεία τα επιτόκια. Ιστορικά, τέτοιες μέθοδοι είναι ασυνήθιστοι, ωστόσο από το 2008 και εντεύθεν οι ΗΠΑ και η ΕΕ χρησιμοποιούν αυτό το εργαλείο, κάτω από το μανδύα της ποσοτικής χαλάρωσης. Για να έχει αυτό το μέτρο αντίκτυπο στα επιτόκια, η Κεντρική Τράπεζα πρέπει να είναι ιδιαίτερα μεγάλος αγοραστής ομολόγων.

Συνεπώς, οφείλουμε να αναλογιστούμε το εξής: οι τράπεζες δεν έχουν την ικανότητα να θεσπίσουν επιτόκια με..διάταγμα, παρά μόνο να επηρεάσουν εκείνα που αυτές άμεσα ελέγχουν και να ευελπιστούν πως το μήνυμα θα περαστεί στις αγορές ομολόγων.

ΥΠΟΛΟΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ FED

Ανάλογα με τη σχολή οικονομικής σκέψης που ακολουθεί κανείς, η Fed παίζει θετικό ή αρνητικό ρόλο στη διόρθωση οικονομικών παθογενειών και προβλημάτων. Ωστόσο, κοινός άξονας των περισσότερων θεωρητικών είναι πως ο ρόλος που διαδραματίζει η Fed στον επηρεασμό των επιτοκίων είναι μεγάλος (βλ. θέση των Αυστριακών περί διαστρέβλωσης των πραγματικών επιτοκίων μέσω QE 1-2).

Προσωπικά, θα διαφωνήσω. Και εξηγούμαι:

Αναμφίβολα οι πολιτικές της Κεντρικής Τραπέζης των ΗΠΑ έχουν συμβάλλει στη διατήρηση χαμηλών επιτοκίων τα τελευταία έξι χρόνια. Παρ’όλα αυτά, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την αναιμική απόδοση της αμερικάνικης οικονομίας στο ίδιο διάστημα ως την κινητήριο δύναμη στην ανάδειξη του φαινομένου των χαμηλών επιτοκίων. Το διάγραμμα που ακολουθεί χρησιμοποιεί δύο βασικές μεταβλητές για να απεικονίσει το παραπάνω συμπέρασμα:

  • Το φυσικό επιτόκιο, το οποίο υπολογίζεται ως άθροισμα του ετήσιου πληθωρισμού και της πραγματικής ετήσιας ανάπτυξης, δύο ατελείς αλλά χρήσιμοι δείκτες που αντικαθιστούν τον αναμενόμενο πληθωρισμό και το πραγματικό επιτόκιο της εξίσωσης Fisher.
  • Το επιτόκιο του 10-ετούς αμερικάνικου T-bond, το οποίο καθορίζεται από την αγορά ομόλογων αλλά επηρεάζεται από τις πολιτικές της Fed.

k5

Παρατηρούμε πως το φυσικό επιτόκιο βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα στην εποχή μετά την κρίση του 2008. Τουτέστιν, ο ρόλος της Fed στη διαμόρφωση των χαμηλών επιπέδων των επιτοκίων είναι (στην καλύτερη) συμπληρωματικός, με την αγορά να είναι ο κύριος υπαίτιος για αυτό το φαινόμενο.

ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ

Είναι λοιπόν εφικτό βάσει της θεωρίας να έχουμε αρνητικά ονομαστικά επιτόκια; Ναι, αλλά υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Εάν δηλαδή η προτίμηση για τωρινή κατανάλωση έναντι της μελλοντικής ελαχιστοποιηθεί και πλησιάσει το 0 και ταυτόχρονα αναμένουμε αποπληθωριστικές τάσεις στο εν λόγω νόμισμα, τότε είναι πολύ πιθανό να βρεθούμε αντιμέτωποι με αρνητικά επιτόκια. Αυτό ακριβώς συμβαίνει σε οικονομίες όπως η Ιαπωνία, η Ευρωζώνη και η Ελβετία.

Έκανα λόγο για περιορισμούς. Ποιοι είναι αυτοί; Σκεφτείτε το απλά: εάν τα ονομαστικά επιτόκια είναι αρνητικά, για ποιο λόγο θα δανείζατε κάποιον εξ αρχής, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα να διατηρήσετε τα χρήματά σας ανέπαφα;

Στο παρελθόν, αυτό ακριβώς το ερώτημα είχε οδηγήσει πολλούς στο να θέσουν το κάτω όριο των επιτοκίων στο 0, αφού οποιοδήποτε χαμηλότερο επίπεδο επιτοκίων θα στερούταν λογικής βάσεως και τα κίνητρα για την πραγματοποίηση κάποιας συναλλαγής θα εκμηδενίζονταν. Εντούτοις, η χρηματοοικονομική πραγματικότητα μας αναγκάζει να αναθεωρήσουμε αυτές τις πεποιθήσεις.

Ένας τρόπος να συνδέσουμε την ύπαρξη αρνητικών επιτοκίων με ορθολογικά κριτήρια και λογική συμπεριφορά είναι να εισάγουμε στη συζήτηση την έννοια του κόστους διακράτησης του χρήματος. Σε ένα πρώτο πιο πρακτικό επίπεδο, η λογική της απόσυρσης των χρημάτων από τις τράπεζες και η διατήρησή τους σε…μαξιλαροθήκες και σεντούκια στα σπίτια μας, ενέχει σοβαρούς κινδύνους κλοπής, οι οποίοι μας οδηγούν αναπόφευκτα στην επένδυση πόρων για μέτρα ασφαλείας. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, υπάρχουν συναλλαγές οι οποίες είναι πρακτικά αδύνατο να διεκπεραιωθούν με μετρητά (cash), όπως επί παραδείγματι η αγορά ενός οικοπέδου.

Ουσιαστικά, αυτό που συμβαίνει από τις κυβερνήσεις της Δανίας, Ελβετίας και Ιαπωνίας είναι ένα ευρύτερο πείραμα, στο οποίο δοκιμάζεται η…πρόθεση των αποταμιευτών να “πληρώνουν” τις τράπεζες ώστε να παραμείνουν οι ίδιοι χωρίς μετρητά!

Κάποιος θα αντιτείνει πως η συζήτηση πέρι θεωρητικών υποδειγμάτων για τα επιτόκια στερείται νοήματος, καθώς τα αρνητικά επιτόκια είναι απόρροια της πολιτικής της Fed και δεν αντικατοπτρίζει τίποτα θεωρητικά βάσιμο. Οι υπέρμαχοι αυτής της άποψης δεν λαμβάνουν υπόψη πως ο μόνος λόγος που οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να ρίξουν τα επιτόκια σε τέτοια επίπεδα, είναι ο χαμηλός (έως ανύπαρκτος) πληθωρισμός και η μηδενική πραγματική ανάπτυξη, στοιχεία τα οποία οδηγούν εξ ορισμού τα φυσικά επιτόκια στο 0.

ΕΠΙΤΟΚΙΑ, ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ποιο είναι το κίνητρο των Κεντρικών Τραπεζών που αποφασίζουν να μειώσουν τα επιτόκια στο μηδέν και χαμηλότερα; Θέτοντάς το απλά, κύριο γνώμονα αποφάσεων αποτελεί η πεποίθηση πως τα χαμηλότερα επιτόκια θα οδηγήσουν σε αυξημένες τιμές χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και κατ’ επέκταση θα επιφέρουν περισσότερες επενδύσεις στην πραγματική οικονομία, είτε μέσω των χαμηλότερων επενδυτικών επιτοκίων είτε μέσω ενός υποτιμημένου νομίσματος, το οποίο θα προσδώσει διεθνές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις εγχώριες εξαγωγικές επιχειρήσεις.

Γιατί όμως δεν έχει αποδώσει αυτό το σχέδιο; Τα επιτόκια στις ΗΠΑ, ΕΕ και Ιαπωνία γνωρίζουν ιστορικά χαμηλά χρόνο με το χρόνο, παρ’όλα αυτά ακόμη αναμένουμε την εκρηκτική άνοδο στις πραγματικές επενδύσεις. Οι τιμές των μετοχών μπορεί να έχουν γνωρίσει άνοδο, ωστόσο αυτή η αύξηση έχει να κάνει εξίσου με υψηλότερα κέρδη και θετικές ταμειακές ροές όσο με τα χαμηλότερα επιτόκια.

Προσωπική μου άποψη είναι πως οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν υπερεκτιμήσει το βαθμό της επίπτωσης των αποφάσεων τους στην πραγματική οικονομία. Αγνοούν τρία βασικά στοιχεία: Πρώτον, τα επιτόκια δεν ακολουθούν πάντοτε την πορεία που απαιτεί η Κεντρική Τράπεζα. Επίσης, οι επιδράσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες ελαχιστοποιούνται από τις αντίστοιχες κινήσεις άλλων Κεντρικών Τραπεζών και τέλος, τα πριμ κινδύνου (risk premium) ενδέχεται να αυξηθούν με την πτώση των επιτοκίων.

Συνεπώς, σε αυτή τη ριζικά περίπλοκη πραγματικότητα μια πτώση των επιτοκίων ενδέχεται να οδηγήσει ακόμη και σε πτώση των τιμών χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, μείωση των επενδύσεων και υπερτίμηση αντί για υποτίμηση του νομίσματος.

Αν αυτά σας ακούγονται ως θεωρητικές κινδυνολογίες, αναλογιστείτε το εξής: Οι αγορές προσαρμόζονται και είναι πολύ λιγότερο πρόθυμες να εμπιστευτούν τις υποδείξεις των Κεντρικών Τραπεζών και περισσότερο διατεθειμένες να χαράξουν τη δική τους πορεία. Ενδεικτικά, το επιτόκιο μηδενικού κινδύνου στις ΗΠΑ γνωρίζει πτωτική τάση τα τελευταία έτη, με την αναμενόμενη απόδοση στις μετοχές να παραμένει ωστόσο σταθερή στο 8%, οδηγώντας τα πριμ κινδύνου των μετοχών (ERP) σε όλο και υψηλότερα επίπεδα.

k6

ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΝΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ

Η μαθηματική συνέπεια της μετατροπής των επιτοκίων από θετικά επίπεδα κοντά στο μηδέν (0.25% ή 0.50%) στα αντίστοιχα αρνητικά (-0.25% και -0.50%) είναι μικρή, ωστόσο οι επιπτώσεις τέτοιων πολιτικών είναι άμεσες και δυσάρεστες. Πιο συγκεκριμένα:

1) Η οικονομική σημασία. Η έννοια των αρνητικών επιτοκίων είναι ασύμβατη με μια υγιή οικονομία που έχει ως στόχο τη βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη.

2) Ανικανότητα και απόγνωση των Κεντρικών Τραπεζών. Επί έξι συναπτά έτη επιχειρούν οι Κεντρικές Τράπεζες να μειώσουν τα επιτόκια, αναμένοντας την οικονομική ανάπτυξη. Ίσως είναι καιρός να αναγνωρίσουν οι αρμόδιοι πως τα μέτρα αυτά δεν έχουν το επιθυμητό αντίκρισμα στην αγορά, καθώς οι έμμονες αυτές προσπάθειες αδυνατούν να επηρεάσουν θετικά την οικονομία. Αυτό υποδηλώνει πως οι Κεντρικές Τράπεζες δεν έχουν τα κατάλληλα εργαλεία για να επιφέρουν την ευημερία, γεγονός που έχουν αντιληφθεί οι stakeholders, όπως φαίνεται και από την άνοδο των risk premium στις χρηματοοικονομικές αγορές τα τελευταία χρόνια, καθώς και από την απροθυμία των ιδιωτών να προχωρήσουν σε επενδύσεις.

3) Ευκαιρίες για ψηφιακά συναλλάγματα. Χωρίς να φωτογραφίζω κάποιο συγκεκριμένο νόμισμα, θεωρώ πως αργά ή γρήγορα θα εμφανιστεί ένα ψηφιακό συνάλλαγμα, το οποίο θα πληρεί τις προϋποθέσεις πίστης και αξιοπιστίας για να θεωρηθεί συνάλλαγμα ευρείας κυκλοφορίας. Όσο περισσότερο οι Κεντρικές Τράπεζες των συμβατικών νομισμάτων πειραματίζονται με τα επιτόκια, τόσο ταχύτερα θα κάνει την εμφάνισή της μια αρχή, ικανή να κυκλοφορήσει και να ελέγξει το ψηφιακό νόμισμα.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Δεν μπορώ να γνωρίζω τις εξελίξεις που θα δρομολογηθούν στο άμεσο μέλλον, όσον αφορά τα επιτόκια και τις πολιτικές των Κεντρικών Τραπεζών. Ο χρόνος κυλά αντίστροφα για τους policy-makers και όσους είναι άμεσα εξαρτώμενοι από τέτοιες αποφάσεις, με την οικονομία των ΗΠΑ, αλλά και την ευρωπαϊκή να αδυνατούν να δώσουν σημάδια υγιούς και διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης. Οικονομικά τεχνάσματα όπως η τροποποίηση των επιτοκίων και η εμπλοκή των Κ.Τ. στις αγορές ομολόγων δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Το μόνο σίγουρο είναι πως οι κεντρικοί τραπεζίτες εμπνέουν περισσότερη ανησυχία, παρά εμπιστοσύνη.

 

ΠΗΓΕΣ

  • Η ανάλυση βασίστηκε σε άρθρα του κ. Damodaran, καθηγητή στο Stern School of Business, NY University
  • Bloomberg Business, “Draghi Expands ECB Stimulus With More QE and Lower Rates”, March 10, 2016.

 

 

Απάντηση