Αρκετές φορές η Ελλάδα στην σύγχρονη ιστορία της έχει αναγκαστεί να ζητήσει οικονομική βοήθεια. Μια από αυτές ήταν το 1922 όπου η αποτυχία εύρεσης οικονομικών πόρων οδήγησε σε μία ακραία και παράξενη λύση, την διχοτόμηση του νομίσματος.
Στις αρχές του 1922 η Ελλάδα είχε πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Η Μικρασιατική Εκστρατεία βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση και η έκβαση της ήταν αβέβαιη για στρατιωτικούς και οικονομικούς λόγους. Η αύξηση των εσόδων του κράτους μέσω της φορολογίας και της επιβολής δασμών δεν ήταν η καλύτερη λύση καθώς μια τέτοια πολιτική απαιτούσε πολύ περισσότερο χρόνο από ότι είχε η ελληνική κυβέρνηση στη διάθεση της και η προσπάθεια του τότε πρωθυπουργού, Δημητρίου Γούναρη, και του Υπουργού Εξωτερικών, Γεωργίου Μπαλτατζή, να πραγματοποιήσουν μια περιοδεία στην Ευρώπη ώστε να ζητήσουν οικονομική βοήθεια, από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, απέτυχε. Επιστρέφοντας, ο πρωθυπουργός πριν ενημερώσει το υπουργικό του συμβούλιο συγκάλεσε μια σύσκεψη με τους στενότερους συνεργάτες του προκειμένου να τους ενημερώσει. Κατά την διάρκεια της σύσκεψης αυτής παρατήρησε ότι ο υπουργός οικονομικών Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης κρατούσε μια στάση αντίθετη με το κλίμα που επικρατούσε και ρωτώντας τον ο Δ. Γούναρης πήρε την απάντηση «Δημητράκη, τα ηύρα τα λεπτά» βγάζοντας από το πορτοφόλι του ένα χαρτονόμισμα των 100 δραχμών και κόβοντας το στη μέση με ένα ψαλίδι μπροστά στα έκπληκτα μάτια των παρευρισκομένων.
Η λύση που είχε προτείνει ο υπουργός οικονομικών ήταν η διχοτόμηση του νομίσματος (της δραχμής), δηλαδή ένα είδος εσωτερικού αναγκαστικού δανείου. Το πρωτότυπο αυτό μέτρο λειτουργούσε με τον εξής τρόπο: οι κάτοχοι των χαρτονομισμάτων θα κρατούσαν το αριστερό κομμάτι των χαρτονομισμάτων στο οποίο απεικονίζονταν ο Γεώργιος Σταύρου (1788-1869, Έλληνας ευεργέτης, μέλος της Φιλικής Εταιρίας και τραπεζίτης), που για τον λόγο αυτό ονομάστηκε «Σταύρος» και θα είχε αξία ίση με την μισή αξία του αρχικού χαρτονομίσματος (για παράδειγμα στην περίπτωση των 100 δρχ. θα είχε αξία ίση με 50 δρχ.) ενώ το δεξιό κομμάτι που ονομάστηκε «στέμμα» (καθώς απεικονίζονταν το βασιλικό στέμμα) θα επιστρέφονταν στην Εθνική Τράπεζα και θα λαμβάνονταν μια απόδειξη, αρχικά, που αργότερα θα αντικαθιστούνταν από κανονικούς τίτλους για την συμμέτοχη τους στο δάνειο. Το επιτόκιο των ομολόγων ανέρχονταν στο 7% και ήταν πολύ υψηλό σε σύγκριση με το επιτόκιο ταμιευτηρίου που ανέρχονταν στα 4.5%. Στη συνέχεια το επιτόκιο μειώθηκε στα 6.5% ώστε να μοιράζονταν μέσω κλήρωσης τα χρήματα που θα εξοικονομούνταν μετρό που είχε μεγάλη απήχηση στις λαϊκές μάζες καθώς την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν τυχερά παιχνίδια ή οτιδήποτε άλλο που θα τους έδινε την δυνατότητα κερδοφορίας με τέτοιο τρόπο.
Το αναγκαστικό δάνειο ψηφίστηκε από την συμπολίτευση στις 25 Μαρτίου 1922 αφού πρώτα είχε υποβληθεί σε αρκετές τροποποιήσεις. Πέρα από την παράταξη του Δ. Γούναρη (Λαϊκό Κόμμα), το δάνειο αυτό είχε και την έμμεση υποστήριξη των Φιλελευθέρων. Το ποσό που απέφερε ανερχόταν στα 1300 με 1500 εκατομμύρια δρχ. και παρά τη αναστάτωση που είχε προκαλέσει δεν δημιούργησε προβλήματα στην λειτουργία των τραπεζών όπως ήταν αναμενόμενο. Από τα χρήματα που απέδωσε αυτό το δάνειο δεν είναι γνωστό το μέγεθος του ποσού που χορηγήθηκε στην Μικρασιατική Εκστρατεία.
Το μέτρο της διχοτόμησης του νομίσματος αποτέλεσε θέμα συζήτησης εντός και εκτός του ελληνικού κοινοβουλίου. Τονίστηκε ότι ένα τέτοιο μέτρο θα κλόνιζε την εμπιστοσύνη στο νόμισμα ενώ ο Ριζοσπάστης (τίτλος εφημερίδας) υποστήριζε τι τα λαϊκά στρώματα του πληθυσμού πλήττονταν από αυτό, καθώς η αξία των χρημάτων τους θα μειώνονταν στο μισό. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός είχε παραδεχτεί ότι η διχοτόμηση του νομίσματος εμφάνιζε πολλές αδυναμίες όμως ήταν το μόνο που θα μπορούσε να εφαρμοστεί δεδομένων των συνθηκών που επικρατούσαν την περίοδο εκείνη. Οι εφημερίδες της εποχής δεν ήξεραν πώς να χειριστούν το αναγκαστικό δάνειο και πολλές από αυτές απέφευγαν να το σχολιάσουν, κάτι που ανάγκασε την κυβέρνηση να τις δωροδοκήσει ώστε να το υποστηρίξουν. Για το μέτρο αυτό πήραν θέση και προσωπικότητες εκτός των ελληνικών συνόρων όπως ο Βιλφρέντο Παρέτο (1848 -1923, Ιταλός μηχανικός, μαθηματικός, οικονομολόγος, κοινωνιολόγος και πολιτικός επιστήμονας), ο David Lloyd George (1863-1945, Άγγλος πολιτικός, πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας 1916-22) ο οποίος το επαίνεσε στην Αγγλική Βουλή των κοινοτήτων αλλά και απέσπασε τον θαυμασμό του Ευρωπαϊκού Τύπου.
Το αναγκαστικό δάνειο του 1922 αν και βοήθησε στην αντιμετώπιση των αναγκών του ελληνικού κράτους που έπρεπε άμεσα να ικανοποιηθούν, δεν κατάφερε εν τέλει να λύσει το οικονομικό πρόβλημα της χώρα όπου η μικρασιατική καταστροφή και η μαζική άφιξη προσφύγων διόγκωσε και κατέστησε απαραίτητο τον περεταίρω δανεισμό.
ΠΗΓΕΣ: