Ο όμιλος Folli Follie αποτελούσε μέχρι πρόσφατα μία από τις
μεγαλύτερες ελληνικές διεθνείς εταιρείες που ασχολούνταν με τον
σχεδιασμό, την κατασκευή και την διανομή πολυτελών κοσμημάτων,
ρολογιών και αξεσουάρ μόδας. Εκτός αυτού, η εταιρεία κατείχε
σημαντικό ρόλο στην ελληνική αγορά λιανικής πώλησης ταξιδίων μέσω
των καταστημάτων ελεύθερων δασμών, καθώς διέθετε σε παγκόσμιο
επίπεδο σημεία πώλησης σε καταστήματα αφορολόγητων ειδών σε
αεροδρόμια, αλλά και σε πτήσεις μεγάλων αεροπορικών εταιρειών.
Πιο συγκεκριμένα, η Folli Follie ιδρύθηκε το 1982 στην Ελλάδα από τον
επιχειρηματία Δημήτρη Κουτσολιούτσο, με το πρώτο κατάστημα να
ανοίγει στην περιοχή του Κολωνακίου της Αθήνας. Το επιχειρηματικό
δαιμόνιό του αλλά και η ιδιαίτερη αγάπη της γυναίκας του Καίτης για τα
χειροποίητα κοσμήματα, είχαν ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός
επιχειρηματικού κολοσσού με πολυεθνική δραστηριότητα (καθόσον ο
όμιλος δραστηριοποιούνταν σε πάνω από 25 χώρες, όπως το Ηνωμένο
Βασίλειο, η Γαλλία, οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία, η Ελβετία και η Ιαπωνία).
Το 2014 μάλιστα, το πρακτορείο Bloomberg τον ανέδειξε ως έναν
αναδυόμενο δισεκατομμυριούχο, καθώς κατείχε περίπου το 40% του
ομίλου, ποσοστό που η αξία του είχε εκτιμηθεί στα 1 δισεκατομμύρια δολάρια περίπου. Σημαντικό, επίσης, ρόλο στην ανάπτυξη του ομίλου
είχε ο γιος του ιδρυτή, Τζώρτζης Κουτσολιούτσος, ο οποίος στόχευε
στην ανάπτυξη της Folli Follie στην Ασία, κλείνοντας μεγάλες
συνεργασίες με δεκάδες αεροπορικές εταιρείες και διεθνή αεροδρόμια,
πουλώντας προϊόντα σε πτήσεις και δημιουργώντας καταστήματα.


Τα πράγματα όμως δε συνέχισαν να είναι ρόδινα για τον όμιλο και την
οικογένεια της Folli Follie. Συγκεκριμένα το 2017, ένας ελεγκτικός οίκος
για τις μεγάλες επιχειρήσεις, ονόματι Alvarez & Marshal, συγκέντρωσε
στοιχεία για τις δράσεις των θυγατρικών εταιρειών στην Ασία. Αυτή
απέδειξε ότι ο όμιλος, προκειμένου να αυξήσει την ονομαστική αξία των
μετοχών του στο χρηματιστήριο, δήλωνε ότι έχει κέρδη, ενώ στην
πραγματικότητα οι ζημίες ήταν τεράστιες και οι αποκλίσεις χαοτικές.
Ειδικότερα, από το πόρισμα της Alvarez & Marshal προκύπτει ότι η
εταιρεία δήλωνε ότι έχει κέρδη ύψους 316,4 εκατομμύρια δολάρια, ενώ
πραγματικά είχε ζημίες 44,7 εκατομμυρίων δολαρίων. Επίσης, από τις
οικονομικές καταστάσεις των δραστηριοτήτων της θυγατρικής στην Ασία
αποτυπώνονταν πωλήσεις αξίας 1,112 δισεκατομμύρια δολαρίων, ενώ ο
ελεγκτικός οίκος κατέγραψε μόλις 116,847 εκατομμύρια. Χαοτική και
πρωτοφανή δηλαδή απόκλιση στις πωλήσεις της εταιρείας ύψους 995,5
εκατομμυρίων δολαρίων. Πέραν αυτού, για τη χρήση του 2017, η αξία
των αποθεμάτων που είχε δηλωθεί από τις θυγατρικές της Folli Follie
στην Ασία ανερχόταν στα 581,6 εκατομμύρια δολάρια, ενώ η Alvarez &
Marshal διαπίστωσε ότι ήταν μόλις 33,8 εκατομμύρια δολάρια. Οι
εξωφρενικές αποκλίσεις δεν σταματούν εδώ, καθώς τα τραπεζικά
διαθέσιμα και ισοδύναμα που είχαν αποτυπωθεί στα 296,7 εκατομμύρια
δολάρια, ήταν μόλις 6,4 εκατομμύρια.
Σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποίησε στη Νέα Υόρκη ο Γκαμπριέλε
Γκρέγκο εκ μέρους του hedge fund Quintessential Capital Management
(QCM) χαρακτήρισε τη Folli Follie «Γίγαντα με πήλινα πόδια». Τόνισε ότι
αντί για 630 σημεία τοπικών πωλήσεων (POS) που ανέφερε η έκθεση του
ομίλου για το 2016, το QCM εντόπισε ύστερα από εξονυχιστικό έλεγχο
μόλις 289, φουσκώνοντας το δίκτυο πωλήσεων πάνω από 200%. 
Το ζήτημα, λοιπόν, εστιάζεται στην αξιοπιστία των εκθέσεων των
ελεγκτικών εταιρειών που ελέγχουν την εισηγμένη στο Χρηματιστήριο
εταιρεία και ενημερώνουν τους επενδυτές και την κοινή γνώμη για αυτήν. 

Ποιος όμως ασκούσε έλεγχο στα επίσημα οικονομικά δεδομένα του
ομίλου; Η QCM κατηγόρησε τη Folli Follie ότι ενώ αρχικά η ελεγκτική
εταιρεία που χρησιμοποιούσε ήταν η Baker Tilly, στη συνέχεια την
αντικατέστησε με τη σχετικά άγνωστη Ecovis. Επίσης, ελεγκτής των
θυγατρικών της στην Ασία ήταν μια «ύποπτη» εταιρεία στελεχωμένη από
μόλις δύο άτομα! 
Δυστυχώς, το σκάνδαλο της Folli Follie έχει οδυνηρό αντίκτυπο στην
ελληνική οικονομία. Μετά το σκάσιμο της φούσκας, υπάρχει τρομερή
απώλεια εμπιστοσύνης προς την ελληνική επιχειρηματικότητα διεθνώς,
καθώς και αμφισβήτηση της θέσης της χώρας ως προορισμού
επενδύσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η υπόθεση αυτή αύξησε το κόστος
δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων κατά εκατό, διακόσιες ή και
παραπάνω μονάδες βάσης.
Η υπόθεση κατέληξε στην παραίτηση του μεγαλομετόχου και ιδρυτή του
ομίλου, Δημήτρη Κουτσολιούτσου, και στη συνέχεια και του γιου του
και πρώην CEO της εταιρείας Τζώρτζη, στα τέλη του 2018. Η οικογένεια
βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με δύο σοβαρά κακουργήματα εις βάρος
της και της έχει επιβληθεί πρόστιμο ύψους των 4,02 εκατομμυρίων ευρώ,
πρόστιμο βέβαια αστείο και λυπηρό μπροστά στα χαλκευμένα
οικονομικά μεγέθη της εταιρείας. Όλα αυτά την ώρα που εκατοντάδες
επενδυτές και ομολογιούχοι έχουν πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης,
αναζητώντας αποζημίωση για τις ζημιές που προκάλεσε η Διοίκηση με την
πλασματική εικόνα που παρουσίαζε για την εταιρεία.

Δημήτριος Καρδιτσάς

Φοιτητής οικονομικών επιστημών Α.Π.Θ.

Απάντηση