ΣΥΣΤΗΜΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΟΔΗΓΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΣΤΑΘΕΙΑ:

  • Αρχικά το φαινόμενο της αλόγιστης τιτλοποίησης των στεγαστικών δανείων αλλά και υπερβολική χρήση δανειακών κεφαλαίων.

Η τιτλοποίηση είναι ένας μηχανισμός μετακίνησης στεγαστικών δανείων από τον ισολογισμό των εμπορικών και αποταμιευτικών τραπεζών στους ισολογισμούς άλλων διαμεσολαβητικών χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Τα δάνεια που με αυτή τη διαδικασία μεταφέρονται στον διαμεσολαβητικό οργανισμό, χρηματοδοτούνται με ίδια κεφάλαια και έκδοση ιδίων ομολόγων.

Με τον παραπάνω τρόπο, οι υποχρεώσεις προς ίδια κεφάλαια φθάνουν σε υψηλό επίπεδο, ακόμη και 50 προς 1, σε αντίθεση με τη σχέση υποχρεώσεων προς ίδια κεφάλαια της τάξης 9 προς 1 πού έχουν συνήθως οι τραπεζικοί οργανισμοί. Επομένως, ο μηχανισμός της τιτλοποίησης δημιουργεί δύο προβλήματα. Πρώτον, αφαιρεί από τον παραδοσιακό τραπεζίτη το κίνητρο σωστής αξιολόγησης πιστοληπτικού κινδύνου του δανειολήπτη, αφού ο κίνδυνος αυτός μεταφέρεται σε άλλους οργανισμούς. Δεύτερον, οι διαμεσολαβητικοί οργανισμοί που δέχονται τα τιτλοποιημένα δάνεια, τα χρηματοδοτούν με υψηλούς δείκτες υποχρεώσεων προς ίδια κεφάλαια, εκδίδοντας εταιρικά ομόλογα.

 

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΟΤΙΚΗΣ ΔΟΜΗΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ «ΦΟΥΣΚΑ»

ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΔΙΑΦΑΝΟΥΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

  • Οι επενδυτικές τράπεζες που εξέδωσαν τα εταιρικά ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης κατόρθωσαν να πείσουν τις εταιρείες διαβάθμισης να βαθμολογήσουν πολύ υψηλά (ΑΑΑ, ΑΑ κ. λπ.) τα ομόλογα που είχαν ως αντίκρισμα τα τιτλοποιημένα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης. Ενας από τους λόγους αυτής της «λανθασμένης» βαθμολόγησης είναι ο ηθικός κίνδυνος (Moral Hazard), η σχέση εξάρτησης δηλαδή που υπήρχε μεταξύ τους, αφού οι εταιρείες διαβάθμισης πληρώνονται από τις επενδυτικές τράπεζες που είναι ανάδοχοι των ομολόγων.

ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ

  • Η δομή των αμοιβών των στελεχών του χρηματοπιστωτικού τομέα έδινε ιδιαίτερη σημασία στη βραχυπρόθεσμη σε βάρος της μακροπρόθεσμης εταιρικής κερδοφορίας και κινδύνου. Αυτό ουσιαστικά έθεσε κίνητρα για αλόγιστη χορήγηση στεγαστικών δανείων, ανεξάρτητα από τον πιστοληπτικό κίνδυνο των δανειοληπτών.

 

ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ:

Η επενδυτική οξυδέρκεια, που πρέπει να διακατέχει τον επενδυτή μέσα σε αυτό το εξαιρετικά περίπλοκο χρηματοπιστωτικό σύστημα ,είναι μεγάλη.

Μία όμως ,ενδιαφέρουσα και ανθρωποκεντρική, μελέτη του πανεπιστημίου του YALE εξετάζει την συμπεριφορά του επενδυτή και γενικότερα του ανθρώπου που καλείται να πάρει αποφάσεις σε ορισμένες καταστάσεις .

Το πιο ενδιαφέρον είναι πως ενώ φαίνεται πως σε πολλές περιπτώσεις και όχι μόνο στα οικονομικά μας, είμαστε επιρρεπείς σε λανθασμένες αποφάσεις, εντούτοις έχουμε την αδικαιολόγητη τάση να τα επαναλαμβάνουμε και να προσκολλόμαστε σ’ αυτά. Όπως μας λέει η  Λόρι Σάντος, επικεφαλής του Comparative Cognition Laboratory (CapLab) του Yale: “Φαίνεται όμως ότι οι κοινωνικοί επιστήμονες πράγματι κατανοούν ότι οι περισσότεροι από εμάς, όταν βρεθούμε μέσα σε συγκεκριμένες καταστάσεις, θα κάνουμε πολύ συγκεκριμένα λάθη. Τα λάθη αυτά, είναι στην πραγματικότητα προβλέψιμα. Τα κάνουμε ξανά και ξανά. Δεν επηρεάζονται από τη σωρεία των σχετικών αποδείξεων. Όταν λαμβάνουμε αρνητικά αποτελέσματα εμείς και πάλι, την επόμενη φορά που αντιμετωπίζουμε την ίδια κατάσταση, τείνουμε να κάνουμε τα ίδια λάθη”.

Η συγκεκριμένη μελέτη προσεγγίζει αυτά τα λάθη από την οπτική των εγγενών λαθών και επομένως από το φάσμα της ανθρώπινης κατασκευής.

Η Λόρι Σάντος και οι συνεργάτες της στο Yale, προκειμένου να προσεγγίσουν το παραπάνω ερώτημα, επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν ως μοντέλο μελέτης τους έναν πληθυσμό Καπουτσίνων πιθήκων, σύνηθες πειραματόζωο στη μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αφού αποκόπηκαν από το ανθρώπινο εξελικτικό δέντρο πριν από μόλις 35 εκατομμύρια χρόνια.Θεωρήθηκε κατάλληλο ως μοντέλο για το συγκεκριμένο πείραμα, επειδή πρόκειται για “έναν πληθυσμό που είναι βασικά έξυπνος, μπορεί να παίρνει πλήθος αποφάσεων, όμως δεν έχει πρόσβαση σε κανένα από τα συστήματά μας, σε κανένα από εκείνα που μπορεί να μας μπερδεύουν -ούτε ανθρώπινη τεχνολογία, ούτε ανθρώπινη κουλτούρα, ούτε ακόμη και ανθρώπινη γλώσσα”. Το πείραμα ξεκίνησε περίπου την περίοδο του ξεσπάσματος της οικονομικής κρίσης με τη φούσκα των υποθηκών στις ΗΠΑ που αποτέλεσε κι έναυσμα της έρευνας.

Αρχικά δίδαξαν τις μαϊμούδες να χρησιμοποιούν χρήμα, δημιουργώντας έτσι και την πρώτη μονάδα μη ανθρώπινου χρηματος, τη μάρκα!! Τη χρησιμοποιούσαν για ν’ αγοράζουν τρόφιμα από τους ανθρώπους. Πράγματι, όπως δείχνει η ομιλήτρια σε σχετικά βιντεάκια που μπορείτε να δείτε παρακολουθώντας την ομιλία, οι μαϊμούδες γίνονται πολύ καλές στη χρήση του νομίσματος.

Το επόμενο βήμα ήταν η δημιουργία μιας αγοράς. Εκεί, οι μαϊμούδες προμηθεύονταν το χρήμα κι είχαν ν’ αντιμετωπίσουν δύο διαφορετικούς ανθρώπους πωλητές οι οποίοι συμπεριφέρονταν πάντοτε με τον ίδιο ο καθένας τρόπο αν και διαφορετικά μεταξύ τους. Έτσι, οι μαϊμούδες μάθαιναν να ξεχωρίζουν ποιος είναι αξιόπιστος, ποιος πουλάει πιο φτηνά κλπ. Επίσης, οι περισσότερες μαϊμούδες πράγματι επέλεγαν εκείνον που τους έδινε περισσότερα στην ίδια τιμή, όπως θα έκαναν και οι άνθρωποι στη θέση τους.  Ακόμη, προτιμούσαν εκείνον που πουλούσε καλύτερης ποιότητας τροφή.

Όταν άρχισαν και οι εκπτώσεις, οι μαϊμούδες έδωσαν προσοχή και σε αυτήν την παράμετρο. Η ομιλήτρια λέει χαρακτηριστικά: “Τις ενδιέφεραν πολύ οι μαϊμουδίσιες μάρκες τους. Το πιο εντυπωσιακό ήταν πως όταν συνεργαστήκαμε με οικονομολόγους ώστε να μελετήσουμε τα δεδομένα των μαϊμούδων που χρησιμοποιούσαν οικονομικά εργαλεία, στην ουσία ταυτίζονταν, όχι μόνο ποιοτικά, αλλά και ποσοτικά με αυτά που είδαμε τους ανθρώπους να κάνουν σε πραγματικές αγορές. Ταυτίζονταν τόσο πολύ ώστε όταν έβλεπες τα νούμερα των μαϊμούδων, δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις εάν προέρχονταν από μαϊμού ή άνθρωπο στην ίδια αγορά“.

Οι μαϊμούδες δεν έδειξαν το παραμικρό σημάδι αποταμίευσης, αφού συμπεριφέρθηκαν όπως οι περισσότεροι σύγχρονοι πολίτες του καταναλωτικού πολιτισμού και ξόδευαν όλα τους τα χρήματα για την αγορά αγαθών. Αυθόρμητα εμφανίστηκε και το φαινόμενο της κλοπής. Οι μαϊμούδες έκλεβαν η μία από την άλλη και από τους ανθρώπους, σε κάθε δυνατή ευκαιρία.

Στη συνέχεια του πειράματος, μας λέει η ερευνήτρια, “είπαμε να δημιουργήσουμε στις μαϊμούδες τα ίδια προβλήματα στα οποία οι άνθρωποι τείνουν να κάνουν λάθη σε συγκεκριμένες οικονομικές προκλήσεις, ή συγκεκριμένους οικονομικούς πειραματισμούς”.

Εάν σε ανθρώπους χαρίσουμε 1000 δολάρια στον καθένα και μετά τους δώσουμε δύο επιλογές: α) αν ρισκάρουν κορώνα/γράμματα και κερδίσουν, θα πάρουν για παράδειγμα 2000 δολάρια ενώ εάν χάσουν δεν θα κερδίσουν τίποτε και θα παραμείνουν στα 1000. β) να μη ρισκάρουν καθόλου και να κερδίσουν με τη μία άλλα 500 δολάρια, συνολικά δηλαδή να φτάσουν στα 1500, έχει αποδειχτεί ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων θα επιλέξει τη συντηρητική επιλογή β), πράγμα που φαίνεται απολύτως λογικό, αφού έχει κανείς σημαντικό κέρδος χωρίς κανένα ρίσκο.

Εάν όμως χαρίσουμε σε κάθε άνθρωπο 2000 δολάρια και οι επιλογές τροποποιηθούν ως εξής:  α) αν κερδίσουν στο κορώνα/γράμματα θα παραμείνουν στα 2000 δολάρια, ενώ εάν χάσουν θα πέσουν στα 1000. β) αν δεν ρισκάρουν καθόλου, θα χάσουν μόνο 500 δολάρια και θα πέσουν στα 1500, σ’ αυτήν την περίπτωση η μεγάλη πλειοψηφία επιλέγει να ρισκάρει, προτιμώντας την επιλογή α). Τούτο δεν είναι και πολύ λογικό, αφού και σε αυτήν την περίπτωση η επιλογή ήταν είτε ρίσκο μεταξύ 1000 και 2000 ευρώ, είτε στα σίγουρα 1500Η διαφορά στη συμπεριφορά δεν οφείλεται σε αντικειμενικούς παράγοντες αλλά στην εντύπωση που δημιουργεί η παρουσίαση του διλήμματος, στο εάν θα φανεί δηλαδή ότι έχουμε να κερδίσουμε ή να χάσουμε, ανεξάρτητα από το αν τελικά θα πάρουμε ακριβώς τα ίδια.

Στο σημείο αυτό η ομιλήτρια μας λέει: “Φαίνεται ότι αυτό είναι το αποτέλεσμα τουλάχιστον δύο διαφορετικών προκαταλήψεων, τις οποίες έχουμε στο ψυχολογικό επίπεδο. Η μία είναι ότι δυσκολευόμαστε πολύ να σκεφτούμε με απόλυτους όρους. Θα πρέπει να κάνετε αρκετή δουλειά για να καταλάβετε, ότι η μία επιλογή είναι χίλια ή δύο χιλιάδες, ενώ η άλλη είναι 1500. Αντίθετα, μας φαίνεται πολύ εύκολο να σκεφτούμε με σχετικούς όρους καθώς οι επιλογές αλλάζουν από καιρό σε καιρό. Σκεφτόμαστε είτε “Ω, θα κερδίσω περισσότερα” είτε “Ω, θα κερδίσω λιγότερα”. Αυτό είναι ωραίο και καλό, εκτός απ’ το ότι οι αλλαγές προς διάφορες κατευθύνσεις επηρεάζουν στ’ αλήθεια τη σκέψη μας ως προς το κατά πόσον οι επιλογές είναι καλές ή κακές. Αυτό οδηγεί στη δεύτερη προκατάληψη, η αποστροφή προς την απώλεια

Η ερευνήτρια συμπληρώνει: “Αυτός ο τρόπος σκέψης καταλήγει σε πολλές κακές εκβάσεις στους ανθρώπους. Εκεί οφείλεται το ότι οι επενδυτές του χρηματιστηρίου, κρατούν για περισσότερο χρόνο μετοχές με απώλειες -επειδή τις αξιολογούν με σχετικούς όρους. Εκεί οφείλεται ότι οι άνθρωποι στην αγορά ακινήτων, αρνούντο να πουλήσουν τα σπίτια τους, επειδή δεν ήθελαν να πουλήσουν με χασούρα. Τι σημαίνουν λοιπόν όλα αυτά;
Αυτό που αποδείξαμε είναι ότι, κατ’ αρχάς, μπορούμε να δώσουμε στις μαϊμούδες χρήμα και να κάνουν παρόμοια με τους ανθρώπους πράγματα μ’ αυτό. Κάνουν κάποια από τα έξυπνα πράγματα που κάνουμε κι εμείς, μερικά από τα όχι και τόσο σωστά πράγματα που κάνουμε κι εμείς, όπως κλοπές και τα λοιπά. Όμως κάνουν επίσης τα ίδια παράλογα πράγματα που κάνουμε κι εμείς. Συστηματικά βλέπουν τα πράγματα λανθασμένα με τον ίδιο τρόπο που το κάνουμε κι εμείς. Αυτό που μάθαμε όμως, είναι ότι αυτές οι προκαταλήψεις μπορεί να είναι βαθύτερες. Στην πραγματικότητα μπορεί να οφείλονται στην ίδια τη φύση της εξελικτικής μας ιστορίας“.

 

 

 

Απάντηση