Η 25η Μαρτίου πέρα από εθνική  επέτειος  είναι  και η επέτειος υπογραφής  των Συνθηκών  της  Ρώμης. Οι  Συνθήκες  της  Ρώμης είναι οι συνθήκες ίδρυσης της Ευρωπαϊκής  Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) και της Ευρωπαϊκής  Κοινότητας  Ατομικής Ενέργειας (ΕΥΡΑΤΟΜ) οι  οποίες  αποτελούν τον βασικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως την ξέρουμε σήμερα. Οι  Συνθήκες αυτές υπογράφτηκαν στις  25 Μαρτίου  του 1957 (φέτος συμπληρώθηκαν 60 χρόνια από την υπογραφή τους) από έξι χώρες το Βέλγιο, την Γαλλία, την Δυτική Γερμανία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες και το Λουξεμβούργο με σκοπό τη δημιουργία μιας γενικευμένης Κοινής Αγοράς (προϊόντων, υπηρεσιών, κεφαλαίων, προσώπων) και τη διαχείριση, την παραγωγή και την διάθεση της ατομικής ενέργειας μεταξύ τους.

Η ίδρυση της ΕΟΚ είχε ως αποστολή, με την δημιουργία μιας κοινής αγοράς και με την προοδευτική προσέγγιση της οικονομικής πολιτικής των Κρατών-Μελών της, να προάγει την αρμονική ανάπτυξη των ατομικών δραστηριοτήτων ολόκληρης της Κοινότητας, τη συνεχή επέκταση της οικονομίας, τη σταθερότητα, την επιταχυνόμενη ανύψωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών των μελών της αλλά και την ανάπτυξη πιο στενών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της Κοινότητας. Ορισμένες από τις κυριότερες δράσεις της ΕΟΚ ήταν η κατάργηση των δασμών κατά την εισαγωγή και την εξαγωγή εμπορευμάτων μεταξύ των κρατών όπου συμμετείχαν σε αυτή, η θέσπιση κοινού δασμολογίου απέναντι στις υπόλοιπες χώρες, η εξάλειψη εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων, η θέσπιση κοινής πολιτικής στους τομείς της γεωργίας και των μεταφορών, η ίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου με σκοπό την βελτίωση των δυνατοτήτων απασχόλησης και την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και η ίδρυση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων ώστε να καταστεί ευκολότερη η οικονομική επέκταση στην Κοινότητα. Επιπλέον προβλέπονταν και η εξέλιξη  των θεσμικών οργάνων της ΕΚΑΧ με τα οποία  θα εξασφαλίζονταν  η πραγματοποίηση του έργου που είχε ανατεθεί στην Κοινότητα. Αυτά ήταν τα όργανα ήταν ένα Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ένα Συμβούλιο (Υπουργών), μία Επιτροπή και ένα Δικαστήριο.

Από την άλλη η ΕΥΡΑΤΟΜ είχε ως απώτερο σκοπό να δημιουργήσει μια κοινή αγορά ατομικής ενέργειας με στόχο να αναπτυχθεί η παραγωγή της στα Κράτη-Μέλη προκειμένου  να καλυφθούν οι ενεργειακές τους ανάγκες και να εξάγουν το πλεόνασμα εκτός της Κοινότητας. Με άλλα λόγια στόχος της ΕΥΡΑΤΟΜ ήταν η δημιουργία πυρηνικών βιομηχανιών στην Ευρώπη ώστε όλα τα κράτη της Κοινότητας να επωφελούνται από αυτές και να εξασφαλίζονταν η ασφάλεια εφοδιασμού. Παράλληλα, η Συνθήκη απέτρεπε την χρήση της πυρηνικής ενέργειας και των πυρηνικών υλικών  για πολεμικούς σκοπούς. Επιπλέον προέβλεπε την ανάπτυξη της έρευνας και της διάδοσης των τεχνικών γνώσεων καθώς και τη θέσπιση και την διασφάλιση της εφαρμογής ομοιόμορφων κανόνων ασφάλειας για την προστασία της υγείας του πληθυσμού και των εργαζομένων. Τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας  είναι υπεύθυνα ακόμα και σήμερα για την εφαρμογή της συνθήκης αυτής  καθώς και για τους δύο οργανισμούς της ΕΥΡΑΤΟΜ: τον Οργανισμό Εφοδιασμού και τον Οργανισμό Ελέγχου Διασφαλίσεων.

Οι Συνθήκες της Ρώμης ήταν αυτές που έθεσαν τα θεμέλια για την δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μέσα στα χρόνια και έχουν τροποποιηθεί αρκετές φορές ώστε να φτάσουν στην μορφή που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τα τελευταία χρόνια.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΕΟΚ

Ο Ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Ελλάδας υπήρχε πολύ πριν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την πλήρη ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ. Κατά την περίοδο 1955-1961 η ένταξη της Ελλάδος στην ΕΟΚ αποτελούσε βασική επιδίωξη των ελληνικών κυβερνήσεων υπό την πρωθυπουργία του Κωνσταντίνου Καραμανλή ο οποίος πίστευε ότι με την είσοδο της χώρας στην ευρωπαϊκή αγορά θα παρέχονταν οι απαραίτητες δυνατότητες για την οικονομική της ανάπτυξη.

Το 1959 ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την υπογραφή μιας Συνθήκης Σύνδεσης με την ΕΟΚ με επικεφαλή της ελληνικής πλευράς τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου. Έπειτα από δύσκολες διαπραγματεύσεις η Συνθήκη υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου του 1961 ενώ τέθηκε σε ισχύ στις 2 Νοεμβρίου του 1962 κάνοντας την Ελλάδα την πρώτη χώρα που υπέγραψε μια τέτοια συμφωνία με την ΕΟΚ. Η Συνθήκη Σύνδεσης αυτή προέβλεπε αρχικά την πλήρη απελευθέρωση του εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών στα πλαίσια μιας διαδικασίας που θα οδηγούσε σταδιακά στη δημιουργία μίας τελωνιακής ένωσης μεταξύ των χωρών της ΕΟΚ και της Ελλάδας. Βέβαια, λίγα χρόνια αργότερα το πραξικόπημα του 1967 «πάγωσε» τις σχέσεις της χώρας με την Κοινότητα καθώς το απολυταρχικό καθεστώς που υπήρχε εκείνη την περίοδο δεν συμβάδιζε με τις αρχές της ΕΟΚ.

Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας ξεκίνησαν οι προσπάθειες για την πλήρη ένταξη της στην ΕΟΚ. Η αίτηση ένταξης υποβλήθηκε στις 12 Ιουνίου του 1975 με επιστολή το πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή προς τον  Garret Fitzgerald Υπουργού Εξωτερικών της Ιρλανδίας και πρόεδρο του Συμβουλίου των Υπουργών της Κοινότητας.

Τέσσερις ήταν οι λόγοι για τους οποίους επέλεξε η Ελλάδα την πλήρη ένταξη της στην ΕΟΚ. Αρχικά θεώρησε την ΕΟΚ ως το θεσμικό πλαίσιο θα κατάφερνε να εδραιώσει το δημοκρατικό πολιτικό της σύστημα και τους δημοκρατικούς της θεσμούς. Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι απέβλεπε στο να ενισχύσει την ανεξαρτησία της και την θέση της στο περιφερειακό και διεθνές σύστημα, και την διαπραγματευτική της δύναμη , κυρίως απέναντι στην Τουρκία η οποία εμφανίζονταν ως η μεγαλύτερη απειλή για την χώρα μετά την εισβολή της και την κατάληψη μέρους της Κύπρου το 1974 και καθώς επιδίωκε την χαλάρωση των σχέσεων εξάρτησης της από τις ΗΠΑ, τις οποίες είχε αναπτύξει μετά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Επιπλέον, η ένταξη στην Κοινότητα θεωρήθηκε ισχυρός παράγοντας για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Τέλος, η Ελλάδα, ως ευρωπαϊκή χώρα, επιθυμούσε να συμμετέχει και να επηρεάζει τις διεργασίες για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και το πρότυπο της Ευρώπης.

Στις 28 Ιανουαρίου του 1976 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως προβλέπονταν από το άρθρο 237 της Συνθήκης της Ρώμης δημοσίευσε την «άποψη» πάνω στην αίτηση της Ελλάδας για την ένταξη της στην Κοινότητα. Η Επιτροπή τόνιζε, αρχικά, ότι το αίτημα όφειλε να γίνει δεκτό όμως πρότεινε την θέσπιση μια μεταβατικής περιόδου πριν τν πλήρη θεσμική ενσωμάτωση της ώστε να γίνουν ορισμένες οικονομικές μεταρρυθμίσεις . Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με παρέμβαση του στις κυβερνήσεις των 9 Κρατών-Μελών της ΕΟΚ ( το 1973 προστέθηκαν 3 νέα μελή τα οποία ήταν η Δανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία) συνέβαλε στην απόρριψη της πρότασης της Επιτροπής. Έτσι το καλοκαίρι του 1976 ξεκίνησαν οι σχετικές διαπραγματεύσεις οι οποίες ολοκληρώθηκαν με την υπογραφή της Πράξης Προσχώρησης τον Μάιο του 1979 στο Ζάππειο Μέγαρο, στην Αθήνα. Η Πράξη Προσχώρησης κυρώθηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο στις 28/6/1979 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου του 1981.

Από τότε η Ελλάδα αποτελεί μέλος της ΕΟΚ (η οποία μετονομάστηκε σε Ευρωπαϊκή Ένωση με την Συνθήκη του Μάαστριχτ) και μέσα στα 36 χρόνια συμμετοχής κατείχε 5 φόρες την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ και έχει συμβάλει μαζί με τα υπόλοιπα μέλη στη λήψη σημαντικών αποφάσεων.

 

 

ΠΗΓΕΣ

Λεωνίδας Δημητριάδης

Φοιτητής οικονομικών επιστημών Α.Π.Θ.

Απάντηση