Ούτε η Τουρκία γλίτωσε από τη δίνη που ονομάζεται «οικονομική κρίση»

Ένα από τα διαδεδομένα θέματα τον τελευταίο καιρό αποτελεί η συνεχής υποτίμηση της τουρκικής λίρας έναντι του αμερικανικού δολαρίου. Μάλιστα, έχει φθάσει να αποτελεί το 40% της αξίας της ως προς την εν λόγω συναλλαγματική ισοτιμία. Αναλυτές αναφέρουν ότι ο Ρ. Τ. Ερντογάν είναι αυτός που αποκτά όλο και μεγαλύτερη επιρροή στη χάραξη νομισματικής πολιτικής της χώρας. Ωστόσο, τα αίτια της οικονομικής κρίσης της γείτονος χώρας έγκεινται σε βαθύτερα ζητήματα οικονομικά και κυρίως πολιτικά.

Το χρονικό της κατάρρευσης

Η Τουρκία μέχρι το πραξικόπημα του 2016 συγκαταλεγόταν ανάμεσα στις πέντε πρώτες αναδυόμενες οικονομίες όσον αφορά το βαθμό ελκυστικότητάς της για ξένες επενδύσεις. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι για περισσότερα από 14 χρόνια οι ρυθμοί ανάπτυξής της δεν έπεσαν υπό του 7%. Μάλιστα, ακόμα και το 2017 βρισκόταν στο 7,45%, ενώ η Ελλάδα είχε μόλις 1,3% ρυθμό ανάπτυξης.

Αυτό όμως δεν αρκούσε για να αποφύγει η πρώτη την οικονομική κρίση, αφού οι τρομοκρατικές επιθέσεις, η συμμετοχή σε πολεμικές συρράξεις, τα διπλωματικά επεισόδια και η άρνηση απελευθέρωσης κρατουμένων ξένων χωρών χωρίς επαρκείς αποδείξεις κράτησης προκαθόρισαν την πορεία της. Αποκορύφωμα αποτέλεσε η ρήξη μεταξύ Άγκυρας και Ουάσινγκτον.

Πλέον, η τουρκική οικονομία των 880 δις. δολαρίων απειλείται από συνεχείς υποτιμήσεις της τουρκικής λίρας, μεγάλο εξωτερικό δανεισμό και κόστος εξυπηρέτησης χρέους, αλλά και έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ταυτόχρονα, ο δείκτης ανισοκατανομής εισοδήματος Gini κυμαίνεται στο 43,5 (2016) με σημαντική βελτίωση τα τελευταία 15 χρόνια από το 52,3. Με αυτό το κριτήριο, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση λόγω του μικρότερου δείκτη (34,5) στην ισοκατανομή των εισοδημάτων. Βέβαια, η Τουρκία κατανέμει καλύτερα λειτουργικά το εισόδημα σε εργασία και κεφάλαιο από το 2010, ενώ στην Ελλάδα οι εργαζόμενοι ζημιώθηκαν αρκετά έναντι των κεφαλαιούχων.

Παρόλα αυτά, ο Υπουργός Οικονομικών της χώρας, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, υποστηρίζει ότι δε θα προσφύγουν στο ΔΝΤ, με αποτέλεσμα να καταφεύγουν σε παροδικές λύσεις μέσω ενέσεων ρευστότητας στις τουρκικές τράπεζες, 17 εκ των οποίων υποβάθμισε ο οίκος Moody’s τον Ιούνιο. Οι επενδυτές θεωρούν ατελέσφορες τις προσπάθειες και μοναδική δίοδο την αύξηση των επιτοκίων.

Το χρέος των επιχειρήσεων έχει γίνει δυσβάσταχτο για αυτές με την υποτίμηση της λίρας, αφού εκμεταλλεύτηκαν το φθηνό κόστος χρήματος δανειζόμενες σε ξένο νόμισμα και δεν έλαβαν μέτρα προστασίας από μία επικείμενη οικονομική κρίση. Πολλές από αυτές, όπως η Yildiz Holding και Dogus Holding, ζήτησαν αναδιάρθρωση χρέους μαζί με τουρκικές κατασκευαστικές και κτηματομεσιτικές εταιρίες. Τα στοιχεία της Τράπεζας της Τουρκίας δείχνουν ότι 2.300 επιχειρήσεις βαρύνονται με χρέους ύψους 293 δισ. δολαρίων.

Διμερείς σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας

Κατά τη διάρκεια του 2017, υπήρξε ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας, αύξηση αμφότερων επενδύσεων με έμφαση των τουρκικών στην Ελλάδα στον τουρισμό, τις μαρίνες (Φλοίσβου, Ζέας κ.ά.) και τα ξενοδοχειακά και αύξηση του διμερούς εμπορίου. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο όγκος του τελευταίου ανήλθε σε 3,39 δισ. ευρώ (αύξηση 24,2% από το 2016) λόγω των ελληνικών εξαγωγών μετατρέποντας το ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδος σε πλεονασματικό.

Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς (ΕΒΕΠ) αναφέρει ότι η τουρκική κρίση αναμένεται να επηρεάσει τις ελληνικές εξαγωγές για το 2018, αφού τα τουρκικά προϊόντα γίνονται πιο ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές λόγω της κατάρρευσης της λίρας. Το Κέντρο Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών της ΕΛΣΤΑΤ διατυπώνει ότι η Τουρκία κατά το πρώτο τρίμηνο του 2018 αποτελούσε τον δεύτερο κυριότερο προορισμό των ελληνικών προϊόντων (καύσιμα, βαμβάκι και πλαστικές ύλες) αξίας 579,9 εκατ. ευρώ.
Συγχρόνως, στον τομέα του τουρισμού η πτώση της τουρκικής λίρας οδηγεί σε χαμηλότερες τιμές αποτελώντας πόλο έλξης τουριστών που μέχρι πρότινος κατευθύνονταν προς την Ελλάδα.

Ταυτόχρονα, οι επενδύσεις τουρκικών ομίλων στην Ελλάδα (Dogus, Koc) λόγω της πίεσης των πιστωτών τίθενται σε κίνδυνο και ίσως αυτοί οδηγηθούν σε αποεπένδυση. Αυτό συμβαίνει, γιατί ο δανεισμός τους είναι υψηλός σε δολάρια και η αποπληρωμή τους καθίσταται δύσκολη λόγω της υποτίμησης. Γι’ αυτό, βρίσκονται σε συζητήσεις με τους πιστωτές για εξασφάλιση περιόδου χάριτος, οπότε θα καταβάλλονται μόνον τόκοι.

Το ελληνικό επιχειρείν σε τουρκικό έδαφος

Οι ελληνικές επιχειρήσεις με επενδύσεις στην Τουρκία βρίσκονται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης για να επέμβουν με τις κατάλληλες ενέργειες προφύλαξης της επιχειρηματικής τους θέσης. Βέβαια, οι σχέσεις και η οικονομική κρίση δεν εμπόδισαν τις ελληνικές επενδύσεις γεγονός που αποδεικνύεται από την αύξηση της τάξεως του 45% (250 επιχειρήσεις ακόμα) εταιριών που στράφηκαν και στην Τουρκία. Έτσι, αγγίζουν τις 754 πλέον σύμφωνα με στοιχεία του Ελληνοτουρκικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου για τον Δεκέμβριο του 2017.

Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι Οι βασικότεροι τομείς επένδυσης ελληνικών εταιριών στην Τουρκία είναι το φυσικό αέριο, γενικό εμπόριο, κατασκευές (π.χ. προϊόντα αλουμινίου – Alumil, μονωτικά υλικά – Isomat, Τσιμέντα – Titan), κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, πληροφορική (π.χ. Intracom, Intralot) κ.ά.

Όσον αφορά τον τομέα του εμπορίου, θα μπορούσε να αναφερθεί ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον παράδειγμα. Ο όμιλος Fourlis που δραστηριοποιείται στην Τουρκία με θυγατρική και δίκτυο 24 καταστημάτων Intersport και 2 The Athlete’s Foot δεν έχει παρατηρήσει κάποια αποτελέσματα πάνω στα οικονομικά στοιχεία του με την κατολίσθηση της λίρας. Αντιθέτως, παρά τα αρνητικά EBITDA ύψους 0,64 εκατ. ευρώ σε σύνολο EBITDA ομίλου 41,8 εκατ. ευρώ, οι ρυθμοί ανάπτυξής των πωλήσεων σε λίρες στη γείτονα χώρα παραμένουν διψήφιοι και βελτιωμένοι σε σχέση με το 2017.

Συνεπώς, επιλέγει να αντιμετωπίσει την τουρκική οικονομική κρίση αναζητώντας τις ευκαιρίες που εμφανίζονται λόγω της δομής και του μεγέθους του ανταγωνισμού στην αγορά. Είναι εμφανές ότι η υποτίμηση της λίρας θα αποτελέσει το «κερασάκι στην τούρτα» για ελληνικές επιχειρήσεις με τούρκους προμηθευτές για χαμηλότερα κόστη παραγωγής, αν και εφόσον οι συμφωνίες δεν έγιναν με ρήτρα το δολάριο.

Παράλληλα, στον τομέα των κατασκευών, η κρίση μπορεί να μειώσει τη ζήτηση για κατασκευαστικές εργασίες. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να παρατηρηθεί κάμψη της ζήτησης ελληνικών εταιριών που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Τιτάν και η Alumil που ήδη έχουν παρατηρήσει αυτήν την καθοδική πορεία. Παρόλα αυτά, μακροπρόθεσμα θα μπορούσε να υπάρξει η ευκαιρία για τις ελληνικές επιχειρήσεις να εδραιωθούν εκεί εφόσον δεν οδηγηθούν σε αποεπένδυση λόγω της πιθανής κατάρρευσης τουρκικών ομίλων που δε θα αντέξουν την κρίση.

Σχέση ελληνικής και τουρκικής κρίσης

Μόλις πριν μία εβδομάδα η Ελλάδα βγήκε από μία περίοδο οχτώ μνημονίων αναμένοντας μία πολυπόθητη έξοδο στις αγορές με έκδοση ομολόγων. Μετά από τρία πακέτα διάσωσης υπήρξε πρόταση για έκδοση 10ετούς ομολόγου για να «ξαναχτίσει» την καμπύλη επιτοκίων της η Ελλάδα. Ωστόσο, το Reuters φαίνεται ανήσυχο απέναντι στην υλοποίηση της πρότασης λόγω της τουρκικής κρίσης, αφού το ελληνικό χρηματιστήριο μπορεί να βρεθεί στη δίνη της την πιο ακατάλληλη στιγμή που το χρέος 97 τουρκικών εταιριών υποβαθμίστηκε στο επίπεδο των ομολόγων «σκουπιδιών» μέσα σε μόλις 7 μήνες.

Αν συνδυαστεί με τις πολιτικές εντάσεις στην Ιταλία που εμπόδισαν την έκδοση του ομολόγου τον Μάιο μπορεί να γίνει αντιληπτή η όλη κατάσταση. Μάλιστα, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου (Ιανουάριος 2018-2028) ήταν στο 3,81% και τελεί υπό διαπραγμάτευση στο 4,3%. Όλα αυτά, τη στιγμή που οι βασικοί διαμεσολαβητές (primary dealers) – τράπεζες που αγοράζουν το κρατικό χρέος για διατήρηση ρευστότητας – προβλέπουν ότι η προσέλκυση των επενδυτών θα πραγματοποιηθεί με αποδόσεις της τάξεως του 4,5-5%, επίπεδα μη βιώσιμα για την Αθήνα.

Γενικότερα, οι ελληνικές επιχειρήσεις στράφηκαν λόγω της ασφυκτικής κατάστασης της ελληνικής οικονομίας στις διεθνείς αγορές και κυρίως στην τουρκική. Με την επικείμενη κρίση εκεί, προσπαθούν να είναι έτοιμοι για να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους, αλλά να εκμεταλλευτούν και τις ευκαιρίες – κενά της αγοράς – που θα προκύψουν. Οι τουρκικές επενδύσεις σε ελληνικό έδαφος θα πρέπει να ξεπεράσουν τις «συμπληγάδες πέτρες» και να εξυπηρετήσουν το χρέος τους με τις πιο ευνοϊκές συνθήκες για να μην οδηγηθούν σε αποεπένδυση και ζημιωθούν και οι δύο χώρες.

This Post Has One Comment

Απάντηση