Μεκερίδης Δημήτριος, φοιτητής οικονομικών επιστημών Α.Π.Θ.

Φέτος συμπληρώνονται 15 χρόνια από τότε που η Ελλάδα και άλλες 11 χώρες της τότε ευρωζώνης εγκατέλειπαν τα δικά τους νομίσματα και αποκτούσαν ένα ενιαίο νόμισμα, το ευρώ. Η πρώτη συναλλαγή σε ευρώ εντός της χώρας, θα πραγματοποιηθεί σε ειδική εκδήλωση από τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, παρουσία του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Λουκά Παπαδήμου και του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών Νίκο Χριστοδουλάκη. Η καθιέρωση του ευρώ ως ενιαίου νομίσματος σηματοδότησε το τέλος μιας διαρκούς και επίπονης  προσπάθειας τόσο της Ελλάδας όσο και των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης, η οποία είχε ξεκίνησε από το Δεκέμβριο του 1969 και το Σύνοδο Κορυφής της Χάγης.

Η πρώτη διενέργεια συναλλαγής σε ευρώ, Πηγή: Πρώτο Θέμα

Η έκθεση Werner

Η Σύνοδος Κορυφής της ΕΟΚ στη Χάγη το Δεκέμβριο του 1969 θέτει για πρώτη φορά ως στόχο τη δημιουργία μίας Νομισματική και Οικονομικής Ένωσης(ΟΝΕ). Οι επικεφαλής των χωρών μελών αποφασίσανε την εκπόνηση ενός σχεδίου για τη δημιουργία της ΟΝΕ. Η εκπόνηση του παραπάνω σχεδίου ανατέθηκε σε μια ομάδα εργασίας με επικεφαλής τον τότε πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου Pierre Werner. Το σχέδιο πρότεινε τη διαδικασία τριών σταδίων για την δημιουργία της ΟΝΕ, τα οποία θα ξεκινούσανε το 1971 και θα είχαν ολοκληρωθεί μέχρι το 1980. Η παραπάνω έκθεση προέβλεπε αρχικά την σταδιακή μείωση των ορίων διακύμανσης των εθνικών νομισμάτων μέχρι την τελική σταθεροποίηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και την πλήρη απελευθέρωση των της κίνησης των κεφαλαίων. Επίσης απαιτούνταν ο συντονισμός των  οικονομικών πολιτικών καθώς και η λήψη αποφάσεων για θέματα νομισματικής πολιτικής σε κοινοτικό επίπεδο. Τέλος η έκθεση Werner προέβλεπε τη δημιουργία δύο ακόμα οργάνων. Ενός Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών της Κοινότητας το οποίο θα ασκούσε τη νομισματική πολιτική και ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Νομισματικής Συνεργασίας που θα χορηγούσε βραχυπρόθεσμες πιστώσεις τα κράτη-μέλη τα οποία αντιμετωπίζανε προβλήματα στο ισοζύγιο πληρωμών.

Pierre Werner, Πηγή: Wikipedia

Η Σμισθόνια συμφωνία και το νομισματικό “φίδι”

Το Μάρτιο του 1971 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υιοθέτησε το πρώτο στάδιο της έκθεσης Werner, στο οποίο προβλεπότανε ο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και τον περιορισμό των περιθωρίων διακύμανσης των εθνικών νομισμάτων. Στις 15 Αυγούστου του 1971 ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Richard Nixon ανακοίνωσε την αναστολή της μετατρεψιμότητας του δολαρίου σε χρυσό λόγω κυρίως του μακροχρόνιας και πολυδάπανης στρατιωτικής εμπλοκής των ΗΠΑ στον πόλεμο του Βιετνάμ. Η απόφαση αποτέλεσε το τέλος του συστήματος του Bretton Woods και συγχρόνως κατάφερε να παραλύσει τη διαδικασία μετάβασης προς την ΟΝΕ για 10 χρόνια.

Το Δεκέμβριο του 1971 έγινε προσπάθεια δημιουργίας ενός νέου νομισματικού συστήματος με την υπογραφή τη Σμισθόνιας συμφωνίας. Με την επίτευξη της συμφωνίας θα αυξάνονταν τα όρια διακύμανσης των νομισμάτων γύρω από το δολάριο, από το 1% όπως προβλέπονταν στη συμφωνία Bretton Woods στο . Το νέο όριο διακύμανσης συνεπάγονταν ένα συνολικό εύρος διακύμανσης μεταξύ των συναλλαγματικών ισοτιμιών μεταξύ των κοινοτικών νομισμάτων στο

Οι Ευρωπαίοι θεωρήσανε αρκετά μεγάλα τα περιθώρια των νέων διακυμάνσεων και έτσι αποφασίσανε να ρυθμίσουν τα περιθώρια διακύμανσης μεταξύ των κοινοτικών νομισμάτων μεταξύ των κοινοτικών νομισμάτων στο  ±1,25%. Η παραπάνω ρύθμιση ονομάστηκε νομισματικό “φίδι”. Σύμφωνα με το νομισματικό “φίδι”  τα κοινοτικά νομίσματα από τη μία πλευρά θα κυμαίνονταν έναντι του δολαρίου μέσα στα περιθώρια που προβλέπονταν στη Σμισθόνια συμφωνία και μεταξύ τους θα κυμαίνονταν σε στενότερη ζώνη. Τελικά αυτό το σύστημα δεν κατάφερε να ευδοκιμήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η στερλίνα, η ιρλανδική λίρα, η δανική κορώνα και η ιταλική λίρα σταδιακά αφήσανε τα νομίσματά τους να διακυμαίνονται ελεύθερα. Το Μάρτιο του 1973 κατέρρευσε η Σμισθόνια συμφωνία και οι χώρες που είχαν παραμείνει εντός του νομισματικού   “φιδιού”  συμφώνησαν την από κοινού διακύμανση των νομισμάτων τους με το δολάριο. Στη συνέχεια το γαλλικό φράγκο αποχώρησε από το “φίδι” και έτσι στο σύστημα παρέμειναν πέντε χώρες (Δ. Γερμανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Δανία) το οποίο σταδιακά εξελίχθηκε σε ζώνη του γερμανικού μάρκου.

O Richard Nixon ανακοινώνει την νέα οικονομική πολιτική των ΗΠΑ

Το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα

Το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα (ΕΝΣ) ήταν μία συμφωνία μεταξύ των κεντρικών τραπεζών των κρατών-μελών της ΕΟΚ. Η απόφαση για την ίδρυσή του ελήφθη στη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βρέμης τον Ιούλιο του 1978. Το ΕΝΣ απέβλεπε στη διατήρηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών μεταξύ των νομισμάτων της κοινότητας εντός συγκεκριμένων ορίων και στη χρηματοδοτική στήριξη των παρεμβάσεων στις αγορές συναλλάγματος. Ο βασικός στόχος του ήταν η δημιουργία μιας ζώνης νομισματικής σταθερότητας στην Ευρώπη η οποία θα επιτυγχάνονταν μέσω της στενότερης νομισματικής συνεργασίας. Η νομισματική σταθερότητα εντός της Κοινότητας αφορούσε στη σταθερότητα των ενδοκοινοτικών συναλλαγματικών ισοτιμιών το οποίο ήταν μέρος της ευρύτερης στρατηγικής αντιμετώπισης του πληθωρισμού και την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης. Η επιδίωξη σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών βασίζετε στην υπόθεση ότι οι μεγάλες συναλλαγματικές ισοτιμίες δημιουργούν στρεβλώσεις στις σχετικές τιμές και επηρεάζουν αρνητικά την κατανομή των συντελεστών. Επιπλέον, η αβεβαιότητα στην εξέλιξη των συναλλαγματικών ισοτιμιών έχει αρνητικές επιπτώσεις στο διεθνές εμπόριο και την κίνηση των κεφαλαίων.

Οι βασικοί πυλώνες στους οποίους βασίστηκε το ΕΝΣ ήταν:

  1. Η Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα (ECU)
  2. Ο μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών
  3. Ο δείκτης απόκλισης
  4. Οι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί στήριξης
Σύσκεψη κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της Βρέμης, Πηγή: ec.europa.eu

 

1. Η Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα (ECU)

Η (ECU) ήταν μια σύνθετη λογιστική μονάδα, που αποτελούταν από σταθερά ποσά των νομισμάτων των κρατών-μελών της Κοινότητας. Η βαρύτητα κάθε νομίσματος υπολογίζονταν με βάση τη συμμετοχή της αντίστοιχης χώρας στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν της Κοινότητας και το διακοινοτικό εμπόριο και βάση το βαθμό της βραχυπρόθεσμης νομισματικής στήριξης κάθε νομίσματος. Οι βασικές λειτουργίες της ECU στη λειτουργία του ΕΝΣ ήταν τέσσερις:

  1. Χρησιμοποιούνταν ως αποθεματικό στοιχείο και ως μέσο πληρωμής μεταξύ των κεντρικών τραπεζών της Κοινότητας.
  2. Αποτελούσε μέγεθος αναφοράς για τον καθορισμό των κεντρικών ισοτιμιών βάση των οποίων προσδιορίζονταν τα επιτρεπόμενα όρια διακύμανσης των νομισμάτων.
  3. Αποτελούσε βάση για τον προσδιορισμό ενός δείκτη απόκλισης, ο οποίος λειτουργούσε ως μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης για την απόκλιση κάποιου νομίσματος από το μέσο σταθμικό κοινοτικό όρο.
  4. Χρησίμευε ως λογιστική μονάδα για τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές στο πλαίσιο λειτουργίας των μηχανισμών και των χρηματοδοτικών μηχανισμών του ΕΝΣ.

Το ECU επίσης διαδραμάτιζε σοβαρό ρόλο και στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς χρησιμοποιούνταν ως νόμισμα για τη σύναψη δανείων, τη χορήγηση πιστώσεων, τους διακανονισμούς μεταξύ πολυεθνικών εταιριών, για την έκδοση επιταγών και πραγματοποίηση καταθέσεων.

2. Ο Μηχανισμός Συναλλαγματικών Ισοτιμιών

Βασικό στοιχείο του ΕΝΣ ήταν ο μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών. Κάθε νόμισμα είχε μία κεντρική ισοτιμία, η οποία εκφράζονταν ως τιμή της ECU. Οι κεντρικές ισοτιμίες μπορούσαν  να μεταβληθούν μόνο με σύμφωνη γνώμη όλων των χωρών που συμμετείχανε στον παραπάνω μηχανισμό. Τα περιθώρια διακύμανσης γύρω από τις διμερείς κεντρικές ισοτιμίες ήταν στο . Εξαίρεση αποτελούσαν η ισπανική πεσέτα, η βρετανική στερλίνα και το πορτογαλικό εσκούδο που είχαν περιθώριο διακύμανσης  Αξίζει να σημειωθεί ότι η δραχμή δε συμμετείχε στο μηχανισμό, ενώ από το Σεπτέμβριο του 1984 συμμετείχε στη σύνθεση του ECU.

3. Ο δείκτης απόκλισης

Ο Μηχανισμός Συναλλαγματικών Ισοτιμιών συμπληρώνεται από ένα δείκτη απόκλισης, ο οποίος βοηθούσε στο προσδιορισμό της θέσης και της κίνησης κάθε νομίσματος σε σχέση με το μέσο όρο των κοινοτικών νομισμάτων. Με τη χρήση αυτού του δείκτη μπορούσε να διευκρινιστεί κατά πόσο οι οικονομικές πολιτικές μίας χώρας αποκλίνανε από αυτές των άλλων χωρών της Κοινότητας.

 4. Οι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί στήριξης

Οι πιστωτικοί μηχανισμοί εντός του ΕΝΣ περιελάμβαναν τρεις κατηγορίες πιστώσεων. Η πρώτη κατηγορία ήταν οι πολύ βραχυπρόθεσμες πιστώσεις οι οποίες εξασφάλιζαν απεριόριστη χρηματοδότηση για υποχρεωτικές παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος  και είχε ως στόχο τη διασφάλιση της αξιοπιστίας του ΕΝΣ. Η επόμενη κατηγορία ήταν οι πολύ βραχυπρόθεσμες πιστώσεις οι οποίες προορίζονταν για κράτη-μέλη που αντιμετώπιζαν πρόβλημα στο ισοζύγιο πληρωμών. Η τελευταία κατηγορία ήταν των μεσοπρόθεσμων πιστώσεων, μέσω των οποίων χρηματοδοτούνταν κράτη-μέλη τα οποία αντιμετώπιζαν μεσοπρόθεσμα, προβλήματα στο ισοζύγιο πληρωμών. Οι παραπάνω πιστώσεις χορηγούνταν με απόφαση του Συμβουλίου των Υπουργών και συνοδεύονταν με διαβεβαιώσεις από το κράτος-μέλος για λήψη μέτρων οικονομικής πολιτικής που ως στόχο θα είχαν τη αποκατάσταση της ισορροπίας του ισοζυγίου πληρωμών.

Η πορεία προς το ενιαίο νόμισμα

Στιγμιότυπο από την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, Πηγή: cvce.eu

Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή αλλιώς η Συνθήκη του Μάαστριχτ που υπεγράφη στην ομώνυμη πόλη το 1992 προέβλεπε τη σταδιακή καθίδρυση μιας ενιαίας νομισματικής πολιτικής, βασισμένη σε ένα ενιαίο νόμισμα το οποίο θα διαχειριζόταν μια κεντρική τράπεζα. Ο βασικός στόχος των πολιτικών ήταν η σταθερότητα των τιμών και βάση αυτού η υποστήριξη των οικονομικών πολιτικών στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Βέβαια τα προαναφερθέντα μπορούσαν να επιτευχθούν με τη διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα, με υγιή δημόσια οικονομικά και νομισματικές συνθήκες και σταθερό ισοζύγιο πληρωμών.

Η πορεία προς το ενιαίο νόμισμα χωρίστηκε σε τρεις φάσεις. Η πρώτη ξεκίνησε το 1990 με την εφαρμογή της Κοινοτικής Οδηγίας για ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων εντός της Ένωσης. Οι κύριες επιδιώξεις της ήταν η μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ των οικονομιών και η στενότερη συνεργασία μεταξύ των κεντρικών τραπεζών.

Η δεύτερη φάση ξεκίνησε το 1994 και σηματοδοτούσε την υιοθέτηση του ευρώ. Αρχικά απαγορεύθηκε στις κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών να παρέχουν τη δυνατότητα υπεραναλήψεων ή άλλων πιστώσεων προς τις κυβερνήσεις και να αγοράζουν ομόλογα και έντοκα γραμμάτια χωρών απευθείας από τους εκδότες. Επιπλέον τα κράτη μέλη έπρεπε να ξεκινήσουν τις διαδικασίες ανεξαρτητοποίησης των κεντρικών τραπεζών και να αποφεύγουν τα υπέρογκα ελλείματα, αποστέλλοντας ανά τακτά χρονικά διαστήματα στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τέλος ιδρύθηκε το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ινστιτούτο (ΕΝΙ), πρόγονο της ΕΚΤ με έδρα τη Φρανκφούρτη. Το ΕΝΙ έλεγχε τις οικονομικές και νομισματικές πολιτικές των κρατών, προετοίμαζε το έργο της ΕΚΤ και σε συνεργασία με τις κεντρικές τράπεζες παρακολουθούσε την πρόοδο του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού τομέα για τη μετάβαση προς το ενιαίο νόμισμα.

O πρόεδρος του ΕΝΙ Alexandre Lamfalussy, Πηγή: alchetron.com

Η τρίτη φάση ξεκίνησε στις 1/1/1999, όταν και τυπικά δημιουργείτε το ευρώ. Τότε 11 από τις 15 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθόρισαν την τελική μετατροπή της ισοτιμίας τους έναντι του ευρώ . Το ευρώ αρχικά υπήρχε μόνο σε λογιστική-ηλεκτρονική μορφή και η εισαγωγή του σε πραγματική μορφή πραγματοποιήθηκε την 1/1/2002. Η ουσιαστική εισαγωγή του ευρώ προϋπόθετε και μια ενιαία νομισματική πολιτική. Έτσι γεννήθηκε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που αντικατέστησε το ΕΝΙ, που σε συνεργασία με όλες τις κεντρικές τράπεζες οι οποίες ήταν ανεξάρτητες συγκροτούσαν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) ή το Ευρωσύστημα. Τα μέλη της εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ διορίζονται από τις κυβερνήσεις και εγκρίνονται από το ΕΝΣ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Ο πρώτος διοικιτής της ΕΚΤ Wim Duisenberg, Πηγή: alchetron.com

 

 

Βιβλιογραφία-Πηγές

  • Λεβεντάκης Α. Λεβεντάκης (2003), Διεθνής Μακροοικονμική και Χρηματοπιστουική, Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα
  • Μάρδας Δημήτρης (2013), Από την ΕΟΚ στην ΕΕ, Γ’ έκδοση, Εκδόσεις Ζυγός, Θεσσαλονίκη
  • http://europedirect.pde.gov.gr/images/pubs/book_17.pdf
  • http://news.in.gr/economy/article/?aid=350860
  • http://europedirect.pde.gov.gr/images/pubs/book_17.pdf

 

Απάντηση